Η ποίηση μέσα από τον έρωτα και το θάνατο

(Το παρακάτω έχει δημοσιευτεί στη Φιλολογική Βραδυνή)

Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΟΥΡΑΖΕΙ

...Αξίζει τον κόπο να είσαι μόνος, για να είσαι περισσότερο μόνος;
Αν το μόνο που κάνεις είναι να περιπλανιέσαι
στους δρόμους και τις πλατείες, θα τους βρίσκεις πάντα άδειους.
Πρέπει να σταματήσεις μια γυναίκα
να της μιλήσεις και ν’ αποφασίσεις να ζήσετε μαζί.
Διαφορετικά, μιλάς μόνος σου. Γι’ αυτό μερικές φορές
τη νύχτα στο σκοτάδι, ένας μεθυσμένος μιλάει στον κόσμο
και τους διηγείται τα σχέδια μιας ολόκληρης ζωής...

(Cesare Pavese, μετάφραση Γιάννης Η. Παππάς)



Η απαράμιλλη μουσικότητα της γλώσσας του σε αιχμαλωτίζει. Η απλότητα των στίχων του ήταν η πρωτοπορία της τέχνης του την εποχή που σημάδεψε την ιταλική λογοτεχνία με το έργο του. Η παγκοσμιότητα του λόγου του κερδίζει έδαφος, υπερνικώντας πρώτα απ’ όλα τον ίδιο το χρόνο που αξιώνει ή απαξιώνει κάθε μορφή τέχνης και δημιουργίας. Η καλλιτεχνική του ζωή αλλά κυρίως η ίδια του η απόφαση να θέσει τέλος σ’ αυτή και στη φυσική του υπόσταση, άφησαν ανεξίτηλα τα χνάρια τους στους λογοτεχνικούς δρόμους του περασμένου αιώνα.
Το χέρι που οπλίστηκε με τη δύναμη ή με την απόγνωση να κόψει το νήμα της ζωής του συγγραφέα και ποιητή Τσέζαρε Παβέζε (Cesare Pavese), είναι το ίδιο με κείνο που σμίλεψε στο χαρτί στίχους και ιστορίες. Η αναπότρεπτη πραγματικότητα της λογοτεχνικής αυτής απώλειας «έχτισε» εν μιά νυκτί - εκείνη της 26ης Αυγούστου του 1952- το «μύθο» του αυτόχειρα, στο ξενοδοχείο «Η Ρώμη» που βρίσκεται δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό του Τορίνο. Όταν έδυσε το άστρο της ζωής του μεγάλου δημιουργού, ανέτειλε χωρίς κανένα δισταγμό ο σκοτεινός ήλιος της υστεροφημίας του. Ήταν αυτός που το 1939 έγραφε («Η τέχνη του ζην») ότι «όλο το πρόβλημα της ζωής είναι τούτο: πώς θα σπάσεις τη μοναξιά σου, πώς θα επικοινωνήσεις με τους άλλους». Αν μη τι άλλο και σύγχρονο ζητούμενο, τώρα που η μοναξιά -με νέους κώδικες και προσωπεία των καιρών- έρχεται να ανοίξει βαθιά φαράγγια ανάμεσα στους ανθρώπους και να τους απομακρύνει αρχικά από τους Άλλους και ύστερα από τον ίδιο τους τον εαυτό. Η ποίηση του Παβέζε βαθιά ανθρώπινη και γι’ αυτό μοντέρνα και σύγχρονα ουμανιστική, θα τολμούσα να πω, αναπτύχθηκε παράλληλα από τον ίδιο με τη σημαντική του μυθιστοριογραφική πλευρά, διεκδικώντας, ωστόσο, ισάξιες καλλιτεχνικές επιτεύξεις. Ο έρωτας, ο θάνατος, η γυναίκα, ο τόπος του και οι άνθρωποι του τόπου του, γίνονται οι πρωταγωνιστές της ποιητικής του κι αυτοί που δικαιώνουν στο πέρασμα του χρόνου τις ίδιες του τις επιλογές.
Η γνωριμία μου με την ποίηση του ιταλού δημιουργού έγινε από ένα ιδιαίτερα φροντισμένο και καλαίσθητο βιβλίο, «CESARE PAVESE, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ», των Εκδόσεων PRINTA από τη σειρά «Ποίηση για πάντα». Πρόκειται για μια δίγλωσση έκδοση -όσον αφορά την παρουσίαση των ποιημάτων- κάτι εξαιρετικά εκτιμητέο, όταν πρόκειται για ποίηση. Είναι ένα βιβλίο που κυκλοφορεί από το Δεκέμβριο που μας πέρασε, μεταφρασμένο από το Γιάννη Η. Παππά, με εισαγωγή του Massimo Cazzulo. Εκείνο που με τράβηξε να αγοράσω το βιβλίο και να ασχοληθώ μαζί του ήταν ένα επίγραμμα του ίδιου του Τσέζαρε Παβέζε στη θέση που συνήθως φιλοξενούνται τα βιογραφικά των λογοτεχνών: «Ήρθαμε στον κόσμο για να αλλάξουμε τη μοίρα σε ελευθερία και τη φύση σε αιτιότητα».
Η εισαγωγή είναι ιδιαίτερα κατατοπιστική για το τι έχει ο αναγνώστης να αντιμετωπίσει παρακάτω, με τις κριτικές επισημάνσεις του Massimo Cazzulo να αποδεικνύονται πάρα πολύ χρήσιμες, ενώ κάνει θετική εντύπωση το ότι δεν υπάρχει μονομέρεια ή επιμονή στο ζήτημα της αυτοκτονίας του Παβέζε. Είναι κι αυτό απλώς ένα στοιχείο που συνεκτιμάται στη λογοτεχνική του πορεία και δεν μονοπωλεί το ενδιαφέρον των κριτικών θεωρήσεων του έργου του. Διαφωτιστική και η εργοβιογραφία του ιταλού λογοτέχνη στο τέλος του βιβλίου, ενώ η παράθεση φωτογραφιών-ντοκουμέντων από τη ζωή του είναι πολύ ενδιαφέρουσα.
Η μετάφραση του Γιάννη Η. Παππά μπορεί να ελεγχθεί φυσικά από τον ίδιο τον αναγνώστη, καθώς οι πρωτότυποι στίχοι παρατίθενται δίπλα ακριβώς. Πολύ σωστή επιλογή, καθώς η μουσικότητα της ιταλικής γλώσσας είναι δύσκολο για να μην πω ακατόρθωτο, να μεταφερθεί στον έλληνα αναγνώστη. Έτσι έχει κανείς τη δυνατότητα να «κρίνει» απευθείας τον ιταλό δημιουργό και να μην οδηγηθεί σε πλάνες λόγω μεταφραστικών επιλογών. Η συγκεκριμένη μετάφραση είναι πιστή απόδοση των λόγων του Παβέζε, αν και θα προτιμούσα μια πιο ελεύθερη αλλά ποιητική γλώσσα στα ελληνικά, χωρίς ωστόσο, να γνωρίζω αν κάτι τέτοιο, βέβαια, είναι εφικτό.
Συγκινητικό το απόσπασμα από το κείμενο της Natalia Ginzburg, «Πορτρέτο ενός φίλου» που δίνει ένα γοητευτικό περίγραμμα της μελαγχολικής σκιάς του Τσέζαρε Παβέζε. «...Το να συζητήσεις εξάλλου μαζί του δεν ήταν ποτέ εύκολο, ούτε ακόμα κι όταν έδειχνε χαρούμενος: αλλά, μια συνάντηση μαζί του, θα μπορούσε να είναι μια κουβέντα, με λίγες λέξεις, τονωτική και ερεθιστική όπως με κανέναν άλλον. Με τη δική του συντροφιά, γινόμαστε πολύ πιο έξυπνοι: αισθανόμαστε έτοιμοι να μεταφέρουμε στα λόγια μας ό,τι καλύτερο και σοβαρό είχαμε μέσα μας. Διώχναμε τις κοινοτοπίες, τις ασαφείς σκέψεις, τις ασυναρτησίες...»

Λίγα λόγια για τη ζωή και το έργο του

Ο Τσέζαρε Παβέζε γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου του 1908 στο Σαν Στέφανο Μπέλμπο (επαρχία Κούνεο) κοντά στο Τορίνο. Οι γονείς του ήταν ο Εουτζένιο, γραμματέας του δικαστηρίου της πόλης και η Κονσολίνα Μεστουρίνι. Η αδερφή του Μαρία ήταν μεγαλύτερή του κατά έξι χρόνια, ενώ άλλα τρία μωρά πέθαναν πριν ακόμη ο Τσεζάρε γεννηθεί. Τον Ιανουάριο του 1914 ο πατέρας του πέθανε από καρκίνο στον εγκέφαλο, ενώ ο μικρός Παβέζε γράφεται στο Δημοτικό στο Σαν Στέφανο. Από το 1926 ως το 1929 φοιτά στη φιλοσοφική σχολή στο Τορίνο, όπου και μελετά με πάθος κλασική λογοτεχνία και αγγλική λογοτεχνία. Έχει σχέσεις με την ομάδα του Αουγκούστο Μόντι : Νορμπέρτο Μπόμπιο, Λεόνε Γκίνσμπουργκ, Μάσσιμο Μίλα.
Ασχολείται με την αμερικανική λογοτεχνία και επιδιώκει χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο Columbia. Σημαντικό ρόλο στη ζωή του θα διαδραματίσει ο έρωτάς του για την Τίνα, μια καθηγήτρια μαθηματικών, κομμουνίστρια και πολύ αποφασιστική γυναίκα. Παίρνει το 1930 το πτυχίο του κάνοντας εργασία για τον ποιητή Ουώλτ Ουίτμαν, κάνει μεταφράσεις από τα αγγλικά, γράφει διηγήματα και ποιήματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετέφρασε το «Μόμπι Ντικ» που εκδόθηκε το 1932, τότε που έχασε και τη μητέρα του. Την επόμενη χρονιά γράφεται στο φασιστικό κόμμα για να εξασφαλίσει τη θέση καθηγητή, χωρίς στη συνέχεια να κατορθώσει να αποτρέψει τον εκτοπισμό και τη φυλάκισή του για την αντιφασιστική του δράση. Μετέφρασε Τζόυς, Ντος Πάσσος, Γερτρούδη Στάιν, Ντίκενς και Στάινμπεκ. Το 1938 τελειώνει το μυθιστόρημά του «Αναμνήσεις δύο εποχών» και γράφει το «Οι πατρίδες σου» το οποίο και τον καθιερώνει στα ιταλικά γράμματα. Εργάζεται πια στις εκδόσεις Einaudi όπου και θα συνεχίσει τη δουλειά του μετά την απελευθέρωση, το 1945. Το 1946 γράφεται στο ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα, συνεργάζεται με την εφημερίδα L’ Unita και γνωρίζεται με τους Ίταλο Καλβίνο και Ντάβιντε Λογιόλο. Το 1951 παίρνει το βραβείο Stregga για το έργο του «Ένα ωραίο καλοκαίρι». Τον Αύγουστο του 1952 δίνει τέλος στη ζωή του, μόλις στα 42 του χρόνια. Ένα χρόνο μετά εκδίδεται η ποιητική του συλλογή «Θα ‘ρθει ο θάνατος και θα ‘χει τα μάτια σου» και τα δοκίμια «Η αμερικανική λογοτεχνία και άλλα δοκίμια».


Το ημερολόγιο του αυτόχειρα ποιητή*


2 Ιανουαρίου
(...) Τα πράγματα ξέρεις ότι συμβαίνουν όταν έχουν ήδη συμβεί. Την πληρότητα του ‘45-’46 την ξέρω τώρα. Τότε τη ζούσα.
Το ίδιο γίνεται και στην ιστορία. Γεύση του παρελθόντος, της συντήρησης. Πεπρωμένο είναι ν’ αφήνεσαι να ζεις την ολοκλήρωση, που έπειτα αποσαφηνίζεται εναργής και δημιουργική. Πεπρωμένο είναι αυτό που γίνεται χωρίς να το ξέρεις, όταν εγκαταλείπεσαι. Κατά κάποιον τρόπο, όλα είναι πεπρωμένο: ποτέ δεν ξέρεις αυτό που συμβαίνει. Υπάρχει μια μικρή, επιφανειακή, ορθολογική γνώση, κι εμείς πρέπει να εμβαθύνουμε όσο μπορούμε. Αυτό που μένει ακατάληπτο (θα το καταλάβουν οι μεταγενέστεροι -μ’ αυτή την έννοια δεν είναι ιρασιοναλισμός) είναι το πεπρωμένο. (...) Σχέση του πεπρωμένου με τη δεισιδαιμονία. Το πρώτο είναι η ενστικτώδης πράξη που ακόμα δεν είναι γνωστή, ούτε μπορεί να προβλεφθεί. Το δεύτερο είναι η ενστικτώδης πράξη που αναγνωρίζεται μετά. Το πρώτο είναι ένας τρόπος να ζούμε, το δεύτερο ένας τρόπος να πεθαίνουμε.(...)
4 Ιανουαρίου
Είδα και οσμίστηκα ό,τι χειρότερο έχει η Ρώμη. Εύκολη φιλία, ευκαιριακή ζωή, χρήμα που αποκτιέται και ξοδεύεται σαν να μην υπήρξε, και αντίθετα, όλα τα κριτήρια, τα γούστα, οι επιθυμίες κ.λπ. λειτουργούν για την απόκτηση χρημάτων.
Αρχίζει να μοιάζει σαν παιδική ηλικία (εφηβεία) και η ηλικία των τριάντα χρόνων. Μπορείς να κάνεις αφήγηση, δηλαδή, ακόμα και την κουλτούρα. Την ανδρική ηλικία μπορείς να την αντιληφθείς («μυθοποιήσεις») όταν παρουσιάζεται ως παιδική ηλικία.
Να ‘χεις αφομοιώσει κάποια εμπειρία, να διατηρείς κάποια απόσταση, σημαίνει να τη δεις σαν παιδική αφέλεια. Η μεγάλη ποίηση είναι ειρωνική.(...)
14 Ιανουαρίου
Απέχθεια για όσα έχω κάνει, για όλο μου το έργο. Αίσθηση αδυναμίας, φυσικού μαρασμού. Λυγισμένο τόξο. Και η ζωή, οι έρωτες, πού ήταν; τρέφω μέσα μου μια αισιοδοξία: δεν κατηγορώ τη ζωή. Βρίσκω πως ο κόσμος είναι ωραίος κι αξίζει να τον ζεις. Όμως εγώ καταρρέω. Αυτά που έκανα έκανα. Όσα μπορούσα; Επιθυμία, πόθος, αγωνία, να πάρεις, να έχεις, να κάνεις. Θα τα καταφέρω πάλι;(...)
1 Φεβρουαρίου
Η διαίσθηση δημιουργεί μύθο-θρησκεία
η βούληση δημιουργεί ιστορία-ποίηση ή θεωρία
Σφάλματα:
με τη διαίσθηση να θέλεις να δημιουργήσεις ιστορία
με τη βούληση να θέλεις να δημιουργήσεις μύθο.
Η βούληση ασκείται πάνω στους μύθους και τους μεταμορφώνει σε ιστορία. Πεπρωμένα τα οποία γίνονται ελευθερία.(...)
16 Μαρτίου
Το βήμα ήταν φοβερό κι ωστόσο έγινε. Απίστευτη γλυκύτητα από τη μεριά της, λόγια ελπίδας. Darling, χαμόγελο, διαρκής κι επαναλαμβανόμενη ευτυχία να βρίσκεται μαζί μου. Οι νύχτες της Τσερβίνια, οι νύχτες του Τορίνο. Είναι μια κοπέλα, μια καθημερινή κοπέλα. Και όμως, είναι αυτή - φοβερό. Μέσα από την καρδιά μου: δεν άξιζα τόσο.(...)
23 Μαρτίου
Ο έρωτας είναι πράγματι η μεγάλη επιβεβαίωση. Θέλει κανείς να υπάρχει, να είναι κάποιος, θέλει -αν πεθάνει- να πεθάνει με γενναιότητα, με θόρυβο, τελικά να μείνει τ’ όνομά του. Και όμως, πάντοτε τον έρωτα τον συντροφεύει η επιθυμία να πεθάνεις, να χαθείς. Ίσως γιατί είναι τόσο υπεροπτικά ζωή, ώστε, όταν χάνεσαι μέσα του, η ζωή επιβεβαιώνεται ακόμα πιο πολύ.(...)
25 Μαρτίου
Δεν αυτοκτονεί κανείς για τον έρωτα μιας γυναίκας. Αυτοκτονεί γιατί ένας έρωτας, οποιοσδήποτε έρωτας, μας αποκαλύπτει τη γύμνια μας, τη δυστυχία μας, την αδυναμία μας, το τίποτα.(...)
18 Αυγούστου
Αυτό που μυστικά φοβάσαι σου συμβαίνει πάντα...Όχι λόγια. Μια χειρονομία. Δεν θα ξαναγράψω.

*(Αποσπάσματα από τις τελευταίες ημερολογιακές σημειώσεις του λογοτέχνη, όπως έχουν μεταφραστεί από το Γιάννη Η. Παππά στο βιβλίο «CESARE PAVESE, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ», Εκδόσεις PRINTA )