Οι πληγές της χαμένης παιδικότητας
(Το κείμενο έχει δημοσιευτεί στη Φιλολογική Βραδυνή)
«Η επιτυχία μιας ζωής εξαρτάται άραγε από κάτι άλλο, εκτός από την ικανότητα ν’ αγαπάς;»
«Ποια να είναι η αληθινή ιστορία μιας ζωής;», αναρωτιέται η ψυχαναλύτρια Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ στο βιβλίο της «Πήτερ Παν ή το θλιμμένο παιδί» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγρα σε μετάφραση της Βάνας Χατζάκη. Η ίδια η συγγραφέας του ιδιότυπου αυτού μυθιστορήματος επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα που αφορά τον εαυτό της, ξεδιπλώνοντας μαζί το νήμα της ζωής του ομώνυμου ήρωα του παραμυθιού αλλά και του δημιουργού του, James Matthew Barrie.
Μέσα από την παράλληλη διήγηση των τριών ιστοριών ανοίγει το δρόμο στον αναγνώστη να αναζητήσει στα δικά του παιδικά χρόνια τα χνάρια εκείνου του «θλιμμένου παιδιού» που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος όποιας ηλικίας κι αν είναι. Σε ανεβάζει στα παραμυθένια φτερά του Πήτερ Παν για να ατενίσεις από ψηλά τη δική σου Χώρα του Ποτέ-Ποτέ, με το βλέμμα του Φρόιντ να σε κοιτάζει εποπτικά σε κάθε σου τέτοια ψυχαναλυτική πτήση. Την ίδια ώρα σε προσγειώνει στο δράμα της ζωής του δημιουργού αυτού του φανταστικού ήρωα, ενώ με ένα διάφανο κάτοπτρο σε περνά μέσα από την προσωπική της περιπέτεια η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ. Με ένα και μόνο σκοπό: να εντοπίσεις τις δικές σου πληγές, να τις αγγίξεις -ακόμη κι αν πονάνε- και αν το αποφασίσεις εσύ και μόνο, να τις επουλώσεις, να τις γιάνεις για να προχωρήσεις πιο δυνατός στους δρόμους της δύσκολης αλλά αναπόφευκτης και ανακουφιστικής, όταν επιτυγχάνεται υγιώς, ενηλικίωσης. «...Όπως η κυκλοφορία του αίματος στο σώμα, η ψυχική συνέχεια εξασφαλίζει τη ζωή του πνεύματος...»
Η συγγραφέας, αξιοποιώντας στο έπακρο και με αριστουργηματικό τρόπο τις ψυχαναλυτικές της γνώσεις, τείνει μια ζεστή αγκαλιά σε κάθε παιδί που υποφέρει, που έχει απαρνηθεί -όχι λόγω δικής του υπαιτιότητας, τα παιδιά άλλωστε είναι τόσο αγνά και ευάλωτα βέβαια, αλλά εξαιτίας των εξωτερικών συνθηκών, «της απειλής της Ιστορίας», των λαθών των γονιών του, της υπερβάλλουσας ασφυκτικής αγάπης τους ή της πλήρους αδιαφορίας τους- την παιδική του ηλικία, που έχει αναγκαστεί να μεγαλώσει γρηγορότερα ή να παραμείνει για πάντα καθηλωμένο σε μια άγονη και προβληματική παιδικότητα, τη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ. «... Καταπώς φαίνεται είναι ευκολότερο να προσεγγίσεις την ιστορία σου μέσα από την ιστορία κάποιου άλλου...»
Διάβασα το βιβλίο πριν από καιρό, διάλεξα να γράψω γι’ αυτό αφήνοντας να περάσει ο χρόνος, προκειμένου να κατορθώσω μια αποστασιοποίηση από το ανάγνωσμα. Φοβάμαι ότι δεν τα καταφέρνω ακόμη και τώρα. Υπήρξε καταλυτικό για την κατανόηση της δικής μου προσωπικής ιστορίας και της οικογένειάς μου, χωρίς να έχω ζήσει καμία τραυματική παιδική ηλικία ή οικογενειακά δράματα. Το κείμενό μου παραμένει κατώτερο των ψυχαναλυτικών διεργασιών και της συγκινησιακής φόρτισης που μου προκάλεσε το βιβλίο.
Επιστρέφοντας στην προσπάθεια κριτικής θεώρησης του μυθιστορήματος και της έκδοσής του στα ελληνικά, να επισημάνω την υπέροχη εικονογράφηση που εξαίρει και τη βαθιά ψυχαναλυτική χροιά του κειμένου. Είναι ένα βιβλίο ατμοσφαιρικό τόσο σε επίπεδο περιεχομένου όσο και ελληνικής έκδοσης. Αυτή η ατμοσφαιρικότητα, ωστόσο, έχει και μία άλλη σημαντική παράμετρο: η όποια συναισθηματική προσέγγιση δεν μπορεί παρά να διαφέρει εξολοκλήρου από αναγνώστη σε αναγνώστη, καθώς ο καθένας κουβαλά τα δικά του βιώματα και σ’ αυτά απευθύνεται η συγγραφέας. Αυτά ανασύρει από τη μνήμη του αναγνώστη, αυτά χρησιμοποιεί για να τον ταξιδέψει στη βαθιά φωλιασμένη θλίψη του, καθώς όπως λέει και ο Φρόιντ, «Οι συγγραφείς μάς είναι πολύτιμοι σύμμαχοι, γιατί γνωρίζουν ένα σωρό πράγματα μεταξύ ουρανού και γης, που τα αγνοεί παντελώς η σχολαστική παιδεία μας».
Η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ είναι σαν να κρατά συνεχώς μια πλάστιγγα που ζυγίζει από την μία και την άλλη πλευρά, σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει τις χαμένες ισορροπίες της ψυχής, την αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης και το ειδικό βάρος της κάθε βιωματική πράξης. «... όταν κάποιος γίνεται μεγάλος δεν μπορεί παρά να παραμείνει μικρός... γιατί το να είναι μεγάλος παραμένει παιχνίδι...»
Παίρνω αφορμή απ’ αυτή τη φράση της ψυχαναλύτριας για να αναφερθώ σε ένα επίσης αξιομνημόνευτο ανάγνωσμα που με τη λογοτεχνική ενάργεια της δημιουργού του κατορθώνει επιτυχώς να περιγράψει την οδυνηρή μετάβαση από την παιδικότητα στην ενήλικη δράση και πραγματικότητα. Πρόκειται για το φιλοσοφικό παραμύθι της Ιρέν Νεμιρόβσκυ, «Το παιδί -θαύμα» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση της Έφης Κορομηλά. Είναι ένα βιβλίο που φέρει πια την πατίνα του κλασικού, γραμμένο από μια συγγραφέα που σε νεαρή ήδη ηλικία κέρδισε την αναγνώριση και την καταξίωση. Η ιστορία της Νεμιρόβσκυ μιλά για τον Ισμαήλ Μπαρούχ, ένα φτωχό παιδάκι που κέρδισε την εύνοια και την προστασία της ιδιότροπης και εκκεντρικής πλούσιας «Πριγκίπισσας», χάρη στο τραγουδιστικό του ταλέντο, η απώλεια του οποίου κατά το πέρασμά του στην αφύπνιση της εφηβικής του συνείδησης αποδείχθηκε μοιραία. Ο παραγκωνισμός του από κείνους που αγάπησε, από κείνους που έκανε τα πάντα να ευχαριστήσει, τον οδήγησε στο τέλος. Η γνώση της άγνοιάς του και η απώλεια από τον εαυτό του αυτού του παιδιού-θαύματος που υπήρξε, έκλεισαν την αυλαία δια παντός, έσβησαν τα φώτα και τον βύθισαν στο αιώνιο σκοτάδι του. Ένα παιδί που δεν κατάφερε να παραμείνει για πάντα παιδί, ένα παιδί που δεν κατόρθωσε να σταματήσει το χρόνο και τιμωρήθηκε γι’ αυτό από τους άλλους και τα ίδια του τα χέρια. Η μεγαλοφυία του κατάπιε την ευτυχία του. Η επιτυχία και το αντίστροφό της στη συνέχεια τον ρούφηξαν και τον έστειλαν στη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ, χωρίς επιστροφή. Όπως λέει και η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ στο δικό της βιβλίο, «...όσοι όμως έχουν πια μεγαλώσει δεν τολμούν να ριψοκινδυνέψουν ακροβατώντας όπως ο Πήτερ Παν στον αέρα, από φόβο μήπως σκοντάψουν και πέσουν πίσω στη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ...»
«Η επιτυχία μιας ζωής εξαρτάται άραγε από κάτι άλλο, εκτός από την ικανότητα ν’ αγαπάς;»
«Ποια να είναι η αληθινή ιστορία μιας ζωής;», αναρωτιέται η ψυχαναλύτρια Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ στο βιβλίο της «Πήτερ Παν ή το θλιμμένο παιδί» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγρα σε μετάφραση της Βάνας Χατζάκη. Η ίδια η συγγραφέας του ιδιότυπου αυτού μυθιστορήματος επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα που αφορά τον εαυτό της, ξεδιπλώνοντας μαζί το νήμα της ζωής του ομώνυμου ήρωα του παραμυθιού αλλά και του δημιουργού του, James Matthew Barrie.
Μέσα από την παράλληλη διήγηση των τριών ιστοριών ανοίγει το δρόμο στον αναγνώστη να αναζητήσει στα δικά του παιδικά χρόνια τα χνάρια εκείνου του «θλιμμένου παιδιού» που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος όποιας ηλικίας κι αν είναι. Σε ανεβάζει στα παραμυθένια φτερά του Πήτερ Παν για να ατενίσεις από ψηλά τη δική σου Χώρα του Ποτέ-Ποτέ, με το βλέμμα του Φρόιντ να σε κοιτάζει εποπτικά σε κάθε σου τέτοια ψυχαναλυτική πτήση. Την ίδια ώρα σε προσγειώνει στο δράμα της ζωής του δημιουργού αυτού του φανταστικού ήρωα, ενώ με ένα διάφανο κάτοπτρο σε περνά μέσα από την προσωπική της περιπέτεια η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ. Με ένα και μόνο σκοπό: να εντοπίσεις τις δικές σου πληγές, να τις αγγίξεις -ακόμη κι αν πονάνε- και αν το αποφασίσεις εσύ και μόνο, να τις επουλώσεις, να τις γιάνεις για να προχωρήσεις πιο δυνατός στους δρόμους της δύσκολης αλλά αναπόφευκτης και ανακουφιστικής, όταν επιτυγχάνεται υγιώς, ενηλικίωσης. «...Όπως η κυκλοφορία του αίματος στο σώμα, η ψυχική συνέχεια εξασφαλίζει τη ζωή του πνεύματος...»
Η συγγραφέας, αξιοποιώντας στο έπακρο και με αριστουργηματικό τρόπο τις ψυχαναλυτικές της γνώσεις, τείνει μια ζεστή αγκαλιά σε κάθε παιδί που υποφέρει, που έχει απαρνηθεί -όχι λόγω δικής του υπαιτιότητας, τα παιδιά άλλωστε είναι τόσο αγνά και ευάλωτα βέβαια, αλλά εξαιτίας των εξωτερικών συνθηκών, «της απειλής της Ιστορίας», των λαθών των γονιών του, της υπερβάλλουσας ασφυκτικής αγάπης τους ή της πλήρους αδιαφορίας τους- την παιδική του ηλικία, που έχει αναγκαστεί να μεγαλώσει γρηγορότερα ή να παραμείνει για πάντα καθηλωμένο σε μια άγονη και προβληματική παιδικότητα, τη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ. «... Καταπώς φαίνεται είναι ευκολότερο να προσεγγίσεις την ιστορία σου μέσα από την ιστορία κάποιου άλλου...»
Διάβασα το βιβλίο πριν από καιρό, διάλεξα να γράψω γι’ αυτό αφήνοντας να περάσει ο χρόνος, προκειμένου να κατορθώσω μια αποστασιοποίηση από το ανάγνωσμα. Φοβάμαι ότι δεν τα καταφέρνω ακόμη και τώρα. Υπήρξε καταλυτικό για την κατανόηση της δικής μου προσωπικής ιστορίας και της οικογένειάς μου, χωρίς να έχω ζήσει καμία τραυματική παιδική ηλικία ή οικογενειακά δράματα. Το κείμενό μου παραμένει κατώτερο των ψυχαναλυτικών διεργασιών και της συγκινησιακής φόρτισης που μου προκάλεσε το βιβλίο.
Επιστρέφοντας στην προσπάθεια κριτικής θεώρησης του μυθιστορήματος και της έκδοσής του στα ελληνικά, να επισημάνω την υπέροχη εικονογράφηση που εξαίρει και τη βαθιά ψυχαναλυτική χροιά του κειμένου. Είναι ένα βιβλίο ατμοσφαιρικό τόσο σε επίπεδο περιεχομένου όσο και ελληνικής έκδοσης. Αυτή η ατμοσφαιρικότητα, ωστόσο, έχει και μία άλλη σημαντική παράμετρο: η όποια συναισθηματική προσέγγιση δεν μπορεί παρά να διαφέρει εξολοκλήρου από αναγνώστη σε αναγνώστη, καθώς ο καθένας κουβαλά τα δικά του βιώματα και σ’ αυτά απευθύνεται η συγγραφέας. Αυτά ανασύρει από τη μνήμη του αναγνώστη, αυτά χρησιμοποιεί για να τον ταξιδέψει στη βαθιά φωλιασμένη θλίψη του, καθώς όπως λέει και ο Φρόιντ, «Οι συγγραφείς μάς είναι πολύτιμοι σύμμαχοι, γιατί γνωρίζουν ένα σωρό πράγματα μεταξύ ουρανού και γης, που τα αγνοεί παντελώς η σχολαστική παιδεία μας».
Η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ είναι σαν να κρατά συνεχώς μια πλάστιγγα που ζυγίζει από την μία και την άλλη πλευρά, σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει τις χαμένες ισορροπίες της ψυχής, την αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης και το ειδικό βάρος της κάθε βιωματική πράξης. «... όταν κάποιος γίνεται μεγάλος δεν μπορεί παρά να παραμείνει μικρός... γιατί το να είναι μεγάλος παραμένει παιχνίδι...»
Παίρνω αφορμή απ’ αυτή τη φράση της ψυχαναλύτριας για να αναφερθώ σε ένα επίσης αξιομνημόνευτο ανάγνωσμα που με τη λογοτεχνική ενάργεια της δημιουργού του κατορθώνει επιτυχώς να περιγράψει την οδυνηρή μετάβαση από την παιδικότητα στην ενήλικη δράση και πραγματικότητα. Πρόκειται για το φιλοσοφικό παραμύθι της Ιρέν Νεμιρόβσκυ, «Το παιδί -θαύμα» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση της Έφης Κορομηλά. Είναι ένα βιβλίο που φέρει πια την πατίνα του κλασικού, γραμμένο από μια συγγραφέα που σε νεαρή ήδη ηλικία κέρδισε την αναγνώριση και την καταξίωση. Η ιστορία της Νεμιρόβσκυ μιλά για τον Ισμαήλ Μπαρούχ, ένα φτωχό παιδάκι που κέρδισε την εύνοια και την προστασία της ιδιότροπης και εκκεντρικής πλούσιας «Πριγκίπισσας», χάρη στο τραγουδιστικό του ταλέντο, η απώλεια του οποίου κατά το πέρασμά του στην αφύπνιση της εφηβικής του συνείδησης αποδείχθηκε μοιραία. Ο παραγκωνισμός του από κείνους που αγάπησε, από κείνους που έκανε τα πάντα να ευχαριστήσει, τον οδήγησε στο τέλος. Η γνώση της άγνοιάς του και η απώλεια από τον εαυτό του αυτού του παιδιού-θαύματος που υπήρξε, έκλεισαν την αυλαία δια παντός, έσβησαν τα φώτα και τον βύθισαν στο αιώνιο σκοτάδι του. Ένα παιδί που δεν κατάφερε να παραμείνει για πάντα παιδί, ένα παιδί που δεν κατόρθωσε να σταματήσει το χρόνο και τιμωρήθηκε γι’ αυτό από τους άλλους και τα ίδια του τα χέρια. Η μεγαλοφυία του κατάπιε την ευτυχία του. Η επιτυχία και το αντίστροφό της στη συνέχεια τον ρούφηξαν και τον έστειλαν στη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ, χωρίς επιστροφή. Όπως λέει και η Καθλήν Κέλλυ-Λαινέ στο δικό της βιβλίο, «...όσοι όμως έχουν πια μεγαλώσει δεν τολμούν να ριψοκινδυνέψουν ακροβατώντας όπως ο Πήτερ Παν στον αέρα, από φόβο μήπως σκοντάψουν και πέσουν πίσω στη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ...»