Με αφορμή τον Τροπικό

(Λίγο πριν φύγω για τον προσωπικό μου "τροπικό". Θα σας ξαναβρώ στις 15 του μήνα -Το κείμενο έχει δημοσιευτεί στη Φιλολογική Βραδυνή)

«...Μας κατατρώγει του χρόνου ο καρκίνος. Οι ήρωές μας έχουν σκοτωθεί ή αυτοκτονούν. Ο ήρωας, το λοιπόν, δεν είναι ο Χρόνος, μα το Άχρονο. Πρέπει να βαδίσουμε, με βήμα κατάδικου, προς του θανάτου την ειρκτή. Δεν υπάρχει διαφυγή. Δεν θ’ αλλάξει ο καιρός...»



«...Η εποχή μας απαιτεί βία, αλλά εμείς δεν παίρνουμε παρά μονάχα κάτι εκτρωματικές μικροεκρήξεις. Οι επαναστάσεις τσακίζονται από τα γεννοφάσκια τους, ή πετυχαίνουν υπερβολικά γρήγορα. Το πάθος εξαντλείται πριν περάσει πολύς καιρός. Οι άνθρωποι ξεμένουν από ιδέες, comme d’ habitude. Τίποτα δεν προτείνεται που να μπορεί ν’ αντέξει παραπάνω από είκοσι τέσσερις ώρες. Ζούμε ένα εκατομμύριο ζωές στο διάστημα μιας γενιάς...», έγραφε το 1934 ο Χένρι Μίλερ στον «Τροπικό του Καρκίνου». Οποία επικαιρότητα! Μπορώ να στροβιλιστώ ασφαλώς στη δίνη της.
Είχα διαβάσει το βιβλίο στα πρώτα νεανικά μου χρόνια. Από κάποια έκδοση της κακιάς ώρας. Αυτό δεν εμπόδισε το δαιμονικό πνεύμα του Μίλερ να ρίξει τα σπέρματά του. Μου είχε κόψει την αναπνοή και τότε. Τώρα, ήρθε για να ξεπλύνει το μυαλό και την καρδιά από τα σύννεφα της άχαρης ζωής, ταξιδεύοντας ανάμεσα σε κουφάρια άλλων κλασικών δημιουργών και σε αδειανά κέλυφη - βιβλία - σύγχρονης λογοτεχνίας. Άνοιξα σαν το κοχύλι μια σταλιά, πήρα αέρα, όσο χρειαζόταν για να μην πνιγώ και ξεραθώ, μόνο για να ανασάνω καθαρά και ξανακλείστηκα εκεί μέσα καινούρια.
Όποιος δεν θέλει να βγει ούτε στιγμή από την αταραξία του και τη λήθη του και την ύπνωση των αισθήσεων και των αισθημάτων του, ας μην διαβάσει τις λέξεις που ακολουθούν. Δεν του χρειάζονται. Όνειρα γλυκά! Τηλεοπτικά και όχι δικά του. Άλλων. Ας συνεχίσει να αγνοεί το Μίλερ, ας συνεχίσει να αγνοεί τόσο την πνευματικότητα όσο και τη σωματικότητα. Ας παραμείνει στους παγετώνες της μη σκέψης του, της μη αίσθησης. Ας μην περάσει ποτέ σε κανέναν Τροπικό -παρά μόνον σε εκείνους των τάχα μου κοσμοπολίτικων «life style» ιλουστρασιόν τουριστικών θέρετρων κάπου εκεί στη Νοτιοανατολική Ασία της εξαθλίωσης των πολλών ιθαγενών και της καλοπέρασης των λίγων «τυχερών» Δυτικών. Ο Τροπικός του μυαλού μπορεί να λιώσει τους πάγους αυτής της σφύζουσας αστικής αποξένωσης της αδιαφορίας, της απληστίας, της αχρηστίας, της αχαριστίας, της ανηδονίας.
Δεν μπορεί να μην ζει το πνεύμα του Μίλερ. Δεν γίνεται αυτός ο χυδαίος πια πουριτανισμός, το βάναυσο politically correct να τα σκεπάζει όλα στις μέρες μας. Δεν γίνεται η ουσία του κόσμου, το μεδούλι της αλήθειας που ξεχειλίζει από τις λέξεις του Μίλερ - και την αριστουργηματική ελληνική μεταγραφή τους από το Γιώργο- Ίκαρο Μπαμπασάκη στην έκδοση από το Μεταίχμιο - να μην βρίσκει καρδιές να ποτίσει, αισθήματα να ξυπνήσει, κοιμώμενες ιδέες να ξεσηκώσει. Η αληθινή λογοτεχνία είναι επαναστατική, γιατί ανασταίνει πεθαμένες ψυχές, ξεβρασμένες στο σύμπαν της συνήθειας και της λήθης, της ασυδοσίας του τίποτα που κατατρύχει σε κάθε εποχή τον άνθρωπο.
Στα δικά μας χρόνια, αισθάνομαι όλο και πιο πολύ να με συντρίβει η έλλειψη της έμπνευσης, τόσο από την ζωή όσο και από την τέχνη που καθρεφτίζεται εκεί σπαραγμένος και κατακερματισμένος ο βίος μας. Παίρνω απλώς αφορμή από τις ηδονικά παρατεταγμένες λέξεις του Μίλερ να μιλήσω για αυτό. Το εξαιρετικό επίμετρο του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη με προέτρεψε αναλόγως. Διαβάζοντας το βιβλίο για δεύτερη φορά, ήρθε μια μανιασμένη φρεσκάδα στο πρόσωπο και το μυαλό μου και απαιτούσε αποφασιστικά να την ανακαλύψω και πάλι, να την υιοθετήσω, να την πάω κάπου παρακάτω, αν γίνεται. Δεν ξέρω αν θα το κατορθώσω, πάντως έχω τη διάθεση να την ασπαστώ για όσο θα γυροφέρνει στο νου μου ο Τροπικός. Εβδομήντα τόσα χρόνια μετά τη γραφή του, το κείμενο του Μίλερ είναι πιο ζωντανό από άλλα που μόλις τώρα γεννιούνται. Και φέρει μέσα του όλον εκείνο τον «καρκίνο», το σαράκι που κατατρώγει την ανθρώπινη ύπαρξη στο διηνεκές. «...Στον μεσημβρινό του χρόνου δεν υπάρχει αδικία: υπάρχει μονάχα η κίνηση της ποίησης που γεννάει την ψευδαίσθηση της αλήθειας και του δράματος...Για τον ένα ή τον άλλο λόγο, ο άνθρωπος θέλει το θαύμα, το αναζητάει, και για να το κατορθώσει θα πρέπει να πορευθεί μέσα από το αίμα. Θα διαφθαρεί από τις ιδέες, σε μια σκιά θα περιορίσει τον εαυτό του αν για ένα δευτερόλεπτο στη ζωή του όλη μπορέσει να κλείσει τα μάτια απέναντι στην αποτροπιαστική πραγματικότητα...»
Η αναζήτηση της ελευθερίας για το Μίλερ δεν είναι μια πρόθεση υποκινούμενη από κανένα άγονο ιδεαλισμό, είναι βιωμένη πραγματικότητα σε όλες τις ανατριχιαστικές της διαστάσεις και μεταφερμένη στο συγγραφικό του έργο με τρόπο αριστοτεχνικό. Πώς να αντισταθείς, λοιπόν, στην καταλυτική της ισχύ; Πώς να την αγνοήσεις; Πώς να συνεχίσεις τα τηλεοπτικά σου όνειρα ή την αδιάφορη μονήρη υπαρξιακή σου αγωνία; Πώς να επιτρέψεις στον εαυτό σου να πορεύεται ανέμπνευστος, παρασυρμένος μόνο από τη σύγχρονη συνήθεια; Ιεροσυλία δεν ακούγεται αυτό ή καλύτερα ανοησία; Και είναι. «...Δεν θα υπάρχουν διάνοιες - οι διάνοιες πέθαναν. Έχουμε ανάγκη από δουλευταράδες, από μπράτσα γερά, από πνεύματα που είναι διατεθειμένα να παρατήσουνε το φάντασμα και να προκρίνουνε τη σάρκα...» Πώς είναι δυνατό να μη ζητάς το θαύμα, μέσα σου και γύρω σου; Στην τέχνη ή τη ζωή; Θαύμα που έχει να κάνει με τον τρόπο που αγγίζεις τους ανθρώπους και τα αντικείμενα, με τον τρόπο που βλέπεις εσένα και τους άλλους, με τον τρόπο που προσλαμβάνεις και διυλίζεις ιδέες, με τον τρόπο που ζητάς την προσοχή των άλλων και τη δίνεις με τη σειρά σου σ’ αυτούς, με τον τρόπο που διαβάζεις βιβλία - αν διαβάζεις -, με τον τρόπο που παρέχεις θέση για τη λογοτεχνία στη ζωή σου.
«...Η τέχνη συνίσταται στο να κάνεις όλη, μα όλη τη διαδρομή, ναι, να το πας ίσαμε εκεί που δεν παίρνει άλλο, στο απώτατο άκρο. Αν αρχίσεις με τύμπανα, θα πρέπει να τελειώσεις με δυναμίτη ή με τρινιτροτολουόλη...». «Ο Τροπικός του Καρκίνου» είναι από μόνος του ένας δυναμίτης στα θεμέλια της αταραξίας, αφού κρούει τα τύμπανα και ρίχνει τα εκρηκτικά για όποιον γυρεύει, βέβαια, να αφουγκραστεί τις εκκωφαντικές τους δονήσεις.
«...Τα ανθρώπινα πλάσματα είχανε χαθεί από τον κόσμο μου - ήμουν απολύτως μόνος και για φίλους είχα τους δρόμους, και οι δρόμοι μιλούσανε σ’ εμένα μ’ εκείνη τη θλιμμένη, πικρή γλώσσα που συντίθεται από ανθρώπινη δυστυχία, λαχτάρα, λύπη, αποτυχία, χαμένη προσπάθεια...». Το παράξενο και το πιο γοητευτικό σ’ αυτό το βιβλίο είναι ότι κυνισμός του συγγραφέα είναι που αποκαλύπτει την ανθρωπιά, την αγάπη και την ανοχή για το διπλανό. Την αντοχή να ατενίζεις γόνιμα τους άλλους.
«...Για εβδομάδες και μήνες, για χρόνια, μάλιστα, σ’ όλη μου τη ζωή προσδοκούσα κάτι να συμβεί, κάποιο γεγονός εγγενές, κάτι μύχιο που θα άλλαζε τη ζωή μου, και τώρα, έξαφνα, εμπνευσμένος από την απόλυτη απουσία ελπίδας των πάντων, αισθάνθηκα ανακουφισμένος, αισθάνθηκα σάμπως ένα φοβερό φορτίο να είχε φύγει από τους ώμους μου...»

Αντί επιλόγου
«...κι όταν γυρεύεις το θαύμα πρέπει να σπείρεις το αίμα
σου στις οχτώ γωνιές των ανέμων
γιατί το θαύμα δεν είναι πουθενά παρά κυκλοφορεί
μέσα στις φλέβες του ανθρώπου». (Γ. Σεφέρης, LES ANGES SONT BLANCS, αφιερωμένο στο Henry Miller)