Απόγνωση κατ' ιδίαν
photo: scalidi |
Μέχρι και πριν ξεσπάσει η κρίση σε διεθνές επίπεδο, παραδόξως, το μεγαλύτερο ταμπού ήταν να μιλάει κανείς για τα λεφτά του, για την αμοιβή του από την εργασία, τέλος πάντων για τα οικονομικά του. Θυμάμαι να το διαβάζω στον ξένο Τύπο. Τώρα, ακόμη και η πιο απλή στιχομυθία -ας πούμε στο δρόμο- έχει να κάνει με τα λεφτά. «Έχεις δουλειά;» το κύριο ερώτημα. «Πληρώνεσαι;» η κρίσιμη απορία. «Πόσα παίρνεις;» το επόμενο. «Σου κόψανε πολλά;» η συνέχεια. Και το κλείσιμο κάθε κουβέντας «Δουλειά να υπάρχει», μετά την κοινή διαπίστωση «Πώς μας καταντήσανε έτσι».
Χθες στο δρόμο έγινα αυτήκοος μάρτυρας μιας πολύ συνηθισμένης στιχομυθίας: «Σας πληρώνει;» η ερώτηση. «Εκατό ευρώ κάθε Παρασκευή» η απάντηση. Είναι και η εικόνα που επικρατεί κατά κόρον στον ιδιωτικό τομέα. Αυτόν που ίσως του ζητήσουν να δουλεύει έξι ημέρες την εβδομάδα. Για να πετύχει τι ακριβώς; Αν έχουμε κάτι να παράγουμε κι έχει ζήτηση και πρέπει να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της, άντε και να το καταλάβω. Αυτός ο τεράστιος τομέας των υπηρεσιών εσωτερικής κατανάλωσης όμως -που σε λίγο θα μας είναι αχρείαστος, άμα δεν έχουμε να τον πληρώνουμε- τι νόημα έχει να μένει στο πόδι; Πίστευα ότι η κρίση θα ανάγκαζε τον ιδιωτικό τομέα να γίνει καλύτερος, φρούδα εντύπωση. Τις τελευταίες ημέρες πέφτω σε ελεύθερους επαγγελματίες -καταστήματα ως επί το πλείστον- που κάνουν το παν να χάσουν εν δυνάμει πελάτες τους. Αναρωτιέμαι εάν έχουν παγώσει από την απόγνωση κατ' ιδίαν ή απλώς αδιαφορούν γιατί μπορούν να το κάνουν, βγαίνουν οικονομικά.
Υπέθετα ότι η νοοτροπία αλλάζει λόγω της ανάγκης. Αλλά εδώ λες και συμβαίνει το αντίθετο. Φαίνεται η ανάγκη αλλάζει προκειμένου να θριαμβεύσει η νοοτροπία. Στα μαγαζιά όλο και «ξεχνάνε» να κόψουν απόδειξη. Όσο τους το «θυμίζεις» ευγενικά «αποδειξούλα;», τόσο νιώθεις ότι εισπράττεις νοερές κατάρες, αλλά την αποδειξούλα την παίρνεις στον τέλος.
Ήλπιζα ότι νιώθουμε όλοι την ίδια απόγνωση. Ότι τουλάχιστον αυτό μας ενώνει με κάποιον τρόπο. Στο δημοσιογραφικό κλάδο που έχει ξεκληριστεί, ακούς τόσα για απλήρωτη ή μαύρη εργασία, ανασφάλιστοι ή άνεργοι άνθρωποι με οικογένειες και υποχρεώσεις ζουν την απελπισία τους κατά μόνας, στο σπίτι τους, στο μικρό τους κύκλο, άνθρωποι που μέχρι πρότινος ήταν υπεύθυνοι για την ενημέρωση του κόσμου επί της ουσίας. Το έλλειμμα φαίνεται για εκείνους που βλέπουν εκ των έσω πώς λειτουργούν τα πράγματα. Οι χαμένες φωνές σημαίνει χαμένο κομμάτι της δημοκρατίας.
Και η ανεργία καλπάζει στους νέους. Όχι αυτή που καταγράφεται στους αριθμούς. Η άλλη η άπιαστη. Ακούς απίθανες ιστορίες για πολυεθνικές που παίρνουν με ψίχουλα «μαύρα» λεφτά να δουλεύουν άνθρωποι που μόλις τέλειωσαν τα πανεπιστήμια και βιώνουν την αναξιοπρέπεια στο πετσί τους, αλλά δεν καταγγέλλουν, δεν το λένε παραέξω, γιατί έχουν ανάγκη τη δουλειά. Πολλά κλεισμένα στόματα και φιμωμένα μυαλά.
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη "Βραδυνή" στις 7/9/2012)