Η βουβή βία του καθημερινού φόβου
Το χειρότερο από την απάθεια και την αδιαφορία που εγκαθιδρύεται όλο και πιο βαθιά στην ελληνική κοινωνία, είναι η βία που φωλιάζει μέσα στην ψυχή των πολιτών της. Αυτή που βρίσκει πρόσφορο έδαφος να καλλιεργηθεί και τελικά να εκδηλωθεί στην καθημερινή επαφή των ανθρώπων μεταξύ τους.
Δεν θα πω για την προφανή βιαιότητα, για τη βιαιοπραγία τη σωματική, αλλά για την άλλη: αυτή της αγένειας, της ψυχρότητας, της αποστασιοποίησης, της αδυναμίας να εκφραστεί η ανθρωπιά. Μιλάω για τη βουβή βία, εκείνη που κρύβεται πίσω από ένα κλειστό στόμα, από σφιγμένα χείλη, από τεταμένο νευρικό σύστημα, από την αποστροφή της κεφαλής μας από το πρόβλημα του άλλου, δηλαδή το δικό μας σε λίγο πρόβλημα. Συλλέγω τέτοια στιγμιότυπα: ανθρώπων που δεν μίλησαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, ενώ το όφειλαν στη δικαιοσύνη της στιγμής, πολιτών που δεν διαφέντεψαν τα δικαιώματά τους, ενώ μπορούσαν, ατόμων που δεν επέμειναν στην ευγένειά τους, όταν ο απέναντι καταστρατήγησε τη δική τους. Είμαστε οι επιλογές μας και ο τρόπος που αποφασίζουμε να πορευτούμε στα απλά, καθημερινά ζητήματα, είναι εκείνος που προσδιορίζει το ποιοι είμαστε. Την πολιτική μας εντέλει οντότητα.
Η εμμονή να στεκόμαστε στις σκάλες του μετρό στην αριστερή πλευρά και να κόβουμε το δρόμο των συνταξιδιωτών μας. Η επιμονή να σπρώχνουμε τους ανθρώπους στις πόρτες και τις ουρές αναμονής. Η κατ’ εξακολούθηση προσπάθεια να ξεγελάσουμε τον άλλο από τα ρέστα στο μαγαζάκι του δρόμου μέχρι την πιο σοβαρή οικονομική συναλλαγή ή να δεχθούμε να μας ξεγελάσουν. Η αδυναμία μας να σταθούμε σε έναν άνθρωπο που χρειάζεται την έκτακτη βοήθειά μας. Η απροθυμία μας να υπερασπιστούμε το δίκαιο και το αυτονόητο, ιδίως αυτό το αυτονόητο που κινδυνεύει όλο και πιο πολύ στον καθημερινό παραλογισμό.
Δεν θα πω για την προφανή βιαιότητα, για τη βιαιοπραγία τη σωματική, αλλά για την άλλη: αυτή της αγένειας, της ψυχρότητας, της αποστασιοποίησης, της αδυναμίας να εκφραστεί η ανθρωπιά. Μιλάω για τη βουβή βία, εκείνη που κρύβεται πίσω από ένα κλειστό στόμα, από σφιγμένα χείλη, από τεταμένο νευρικό σύστημα, από την αποστροφή της κεφαλής μας από το πρόβλημα του άλλου, δηλαδή το δικό μας σε λίγο πρόβλημα. Συλλέγω τέτοια στιγμιότυπα: ανθρώπων που δεν μίλησαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, ενώ το όφειλαν στη δικαιοσύνη της στιγμής, πολιτών που δεν διαφέντεψαν τα δικαιώματά τους, ενώ μπορούσαν, ατόμων που δεν επέμειναν στην ευγένειά τους, όταν ο απέναντι καταστρατήγησε τη δική τους. Είμαστε οι επιλογές μας και ο τρόπος που αποφασίζουμε να πορευτούμε στα απλά, καθημερινά ζητήματα, είναι εκείνος που προσδιορίζει το ποιοι είμαστε. Την πολιτική μας εντέλει οντότητα.
Η εμμονή να στεκόμαστε στις σκάλες του μετρό στην αριστερή πλευρά και να κόβουμε το δρόμο των συνταξιδιωτών μας. Η επιμονή να σπρώχνουμε τους ανθρώπους στις πόρτες και τις ουρές αναμονής. Η κατ’ εξακολούθηση προσπάθεια να ξεγελάσουμε τον άλλο από τα ρέστα στο μαγαζάκι του δρόμου μέχρι την πιο σοβαρή οικονομική συναλλαγή ή να δεχθούμε να μας ξεγελάσουν. Η αδυναμία μας να σταθούμε σε έναν άνθρωπο που χρειάζεται την έκτακτη βοήθειά μας. Η απροθυμία μας να υπερασπιστούμε το δίκαιο και το αυτονόητο, ιδίως αυτό το αυτονόητο που κινδυνεύει όλο και πιο πολύ στον καθημερινό παραλογισμό.
Δείγματα συμπεριφοράς φοβισμένου πλήθους, ανασφαλών ατόμων που σκύβουν το κεφάλι, εγκλωβίζονται στον περίκλειστο κόσμο τους και προσπαθούν να διασκεδάσουν το προσωπικό τους αδιέξοδο με μικρές καθημερινές «μαγκιές», αγένειες, αγκωνιές, σπρωξίματα, τρικλοποδιές. Φοβούνται να αντικρίσουν την καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους γιατί χρειάζεται κόπο, θα πρέπει να τη φτιάξουν οι ίδιοι, γι’ αυτό θέλουν να κλείσουν το δρόμο του διπλανού, τους μοιάζει πιο εύκολο και χωρίς κόστος. Αλήθεια, χωρίς κόστος;
(Δημοσιεύτηκε στη "Βραδυνή" της 11ης Νοεμβρίου 2010)