"Επιδέχεται εξήγηση αυτό που σε ωθεί να γράψεις;"
photo: scalidi |
Ένα μυθιστόρημα για κείνους που έχουν με τη λογοτεχνία ανοιχτούς λογαριασμούς. Γι' αυτούς που η ανάγνωση (ή ακόμα και η συγγραφή) ενός μυθιστορήματος συνιστά μια ιστορία αγάπης, με όλα τα παρελκόμενά της. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά καλογραμμένο βιβλίο από τη Λωράνς Κοσέ (Laurence Cossé), με γούστο και καλαισθησία, με τίτλο "Στο καλό μυθιστόρημα" (εκδόσεις Πόλις) μεταφρασμένο ανάλογα από τον Αχιλλέα Κυριακίδη. Mια απολαυστική βουτιά στην καρδιά του μυθιστορήματος.
Δύο άνθρωποι, τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, ο Ιβάν και η Φραντσέσκα, αποφασίζουν να στήσουν ένα βιβλιοπωλείο. Με μια ιδιοτυπία: θα φιλοξενούνται στα ράφια του μόνο καλά μυθιστορήματα. Και ποια είναι τα καλά μυθιστορήματα; Στο ερώτημα αυτό καλούνται να απαντήσουν ορισμένοι πολύ εκλεκτικοί αναγνώστες και συγγραφείς που τους ενώνει το ίδιο πάθος: το μυθιστόρημα. Αυτοί θα αποτελέσουν την "Επιτροπή του καλού μυθιστορήματος" η οποία εκθέτει με άκρα μυστικότητα το αναγνωστικό της γούστο.("Το να έχει κανείς γούστο, σημαίνει ότι έχει το δικό μου γούστο", Κριστιάν Ντιόρ).
Αλλά η απρόσμενη εμπορική επιτυχία του βιβλιοπωλείου θα αλλάξει τα δεδομένα. Αιφνιδίως η αστυνομική πλοκή θα τυλίξει το βιβλίο και ο αναγνώστης περιμένει με αγωνία μέχρι το τέλος να δει τι απογίνονται εκείνοι που αγαπούν τη λογοτεχνία. Γιατί αγαπώ, σημαίνει ότι βλέπω όλα τα στραβά του άλλου και είμαι σε θέση να του τα πω απερίφραστα. Η συγγραφέας θίγει τα κακώς κείμενα των εκδόσεων, της κριτικής, του χώρου των βιβλίων εν γένει, ένας χώρος που δεν έχει καμία σχέση εντέλει με τη λογοτεχνία... Μια ειρωνική ματιά στην εμπορική πλευρά του βιβλίου ως προϊόντος στις μέρες μας. Ταυτόχρονα, ξεδιπλώνει τις ζωές των ηρώων τους, τις ανθρώπινες ιστορίες τους γεμάτες πόνο, αποτυχία, ματαίωση, αλλά και γλύκα και τρυφερότητα και ανθρωπιά. "...Όμως ό,τι κοινότοπο έχουμε, δεν είναι και ό,τι πιο ισχυρό διαθέτουμε;"
Αλλά η απρόσμενη εμπορική επιτυχία του βιβλιοπωλείου θα αλλάξει τα δεδομένα. Αιφνιδίως η αστυνομική πλοκή θα τυλίξει το βιβλίο και ο αναγνώστης περιμένει με αγωνία μέχρι το τέλος να δει τι απογίνονται εκείνοι που αγαπούν τη λογοτεχνία. Γιατί αγαπώ, σημαίνει ότι βλέπω όλα τα στραβά του άλλου και είμαι σε θέση να του τα πω απερίφραστα. Η συγγραφέας θίγει τα κακώς κείμενα των εκδόσεων, της κριτικής, του χώρου των βιβλίων εν γένει, ένας χώρος που δεν έχει καμία σχέση εντέλει με τη λογοτεχνία... Μια ειρωνική ματιά στην εμπορική πλευρά του βιβλίου ως προϊόντος στις μέρες μας. Ταυτόχρονα, ξεδιπλώνει τις ζωές των ηρώων τους, τις ανθρώπινες ιστορίες τους γεμάτες πόνο, αποτυχία, ματαίωση, αλλά και γλύκα και τρυφερότητα και ανθρωπιά. "...Όμως ό,τι κοινότοπο έχουμε, δεν είναι και ό,τι πιο ισχυρό διαθέτουμε;"