Η ελπίδα είναι ΑμεΑ και κυκλοφορεί με σίφουνα αμαξίδιο

photo: scalidi
 
 
Τα «άγνωστα» στο χάρτη, για πολιτικούς και υψηλά ιστάμενους γενικά, τα αφιλόξενα και δύστροπα Πατήσια με τα βρώμικα απεριποίητα κυρίως παλιά κτίρια, τα κομμένα δέντρα στο πάρκο και τους δρόμους που μυρίζουν έντονα ούρα. Τα φιλόξενα μόνο για απελπισμένους μετανάστες Πατήσια και για κάθε είδους τελικά απελπισμένους. Αυτός ο τόσο ευλογημένος τόπος με το καλύτερο ίσως μικροκλίμα στην Αθήνα, ακόμα και με την τόση τσιμεντοποίηση. Άμα δεν ζήσεις εκεί, δεν το αναγνωρίζεις. Αυτό το μέρος, κέντρο-απόκεντρο, κοντά και μακριά -μαζί -απ’ όλα, με τους πηγμένους δρόμους από παρκαρισμένα αυτοκίνητα, τα σπασμένα πεζοδρόμια, τα φρεάτια που χάσκουν, τις υδρορροές που φυτρώνουν αναπάντεχα χορταράκια και ανθίζουνε λουλούδια, τα σκουπίδια που πνίγουν τους δρόμους τις τελευταίες μέρες.
Στα Πατήσια, λοιπόν, βλέπεις παππούδες και γιαγιάδες με κόπο να κυκλοφορούν –αλλά κυκλοφορούν- με τα μπαστουνάκια τους, ετοιμόρροποι, αλλά ζωντανοί κι ακμαίοι. Παιδιά σε καροτσάκια σε προσπερνούν σίφουνες δίπλα σου. Με μάτια που πετάνε σπίθες. Η ελπίδα τροχοφόρα. Όσο εχθρικοί κι αν είναι οι δρόμοι, οι άνθρωποι βρίσκουν τη δύναμη να κυκλοφορήσουν σ’ αυτούς. Είναι η μόνη ελπίδα που αισθάνεσαι να σε ζώνει στα ζοφερά Πατήσια, μαζί με τον πιο λαμπρό ήλιο που ανατέλλει και τον πιο αιμάτινο, όταν δύει.
Άκουγα στο ραδιόφωνο, πριν μέρες, από μεγάλο σταθμό της χώρας την εκφωνήτρια με ξύλινη, στα όρια της αγανάκτησης - που δεν διακρίνει την ουσία μιας είδησης, φωνή να αναγγέλλει ότι το κέντρο της Αθήνας είναι κλειστό (μέχρι εδώ πίστεψα ότι επρόκειτο για μια ακόμη υπερβολή μας  ως χώρας στα συλλαλητήρια, και συνέχισε) λόγω της συγκέντρωσης ΑμεΑ. Είναι από τις περιπτώσεις που αξίζει το κέντρο να είναι κλειστό. Χαμογέλασα με ικανοποίηση. Είμαστε όλοι εν δυνάμει ΑμεΑ και αν δεν το συνειδητοποιήσουμε, δεν θα δομήσουμε ποτέ έναν κόσμο φιλικό για μας.
Στα Πατήσια η ελπίδα κυκλοφορεί με τροχοφόρο σίφουνα αμαξίδιο ή με μπαστούνι. Αλλά κυκλοφορεί. Είναι ΑμεΑ. Όπως όλοι είμαστε. Εν δυνάμει. Στις πραγματικά ανοιχτές κοινωνίες, όλα λέγονται με το όνομά τους. Χωρίς ταμπού. Δεν χρειάζεται να καταφεύγει κανείς στην πολιτική ορθότητα.
Στις πραγματικά ανοιχτές κοινωνίες, όμως, μπορείς να κοιτάξεις τον άνθρωπο κατευθείαν στα μάτια, γιατί έχεις κάνει ό,τι καλύτερο μπορείς για κείνον, έχεις μείνει άνθρωπος. Εδώ κάνουμε το παν να αποκλείσουμε τον άλλον στο σπίτι του, επειδή του λείπουν τα πόδια ή μια τέλος πάντων φυσική -αλλά όχι αυτονόητη για όλους- ικανότητα.
Γι’ αυτό φοβόμαστε να τον κοιτάξουμε και αποστρέφουμε το βλέμμα ντροπιασμένοι. Τάχα μου αιφνιδιασμένοι. Τάχα μου αμήχανοι. Ξέρουμε ότι δεν έχουμε κάνει τίποτα για τον εαυτό μας, για τον άλλο. Δεν έχουμε το σθένος να μας δούμε. Μια κοινωνία που εναπόθεσε τις ελπίδες της σε ντοπέ γκανιάν και όχι στους ανθρώπους της, στην ανθρωπιά που παραμένει πιο καθηλωμένη και από ΑμεΑ.

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη "Βραδυνή" της 10ης Δεκεμβρίου 2010)