Ο Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη
Ανταποκρίνομαι στο κάλεσμα της εαρινής συμφωνίας, γιατί είναι για καλό σκοπό. Ελπίζω να αγιάσει και τα μέσα μας...
Για το Σεφέρη δεν θα γράψω σοφίες ούτε θα αντιγράψω τις σοφίες άλλων, παρά θα μοιραστώ μαζί σας μια χαρά μου (όχι μόνο να διαβάζω Σεφέρη αλλά και να τον ακούω) κι αυθαιρεσία στη γραφή κατά την ξεροκεφαλιά μου: όταν έπεσε, τυχαία, στα χέρια μου ένα cd με τίτλο και περιεχόμενο "Ο Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη" κι άκουσα τον ποιητή να βάζει τις δικές του παύσεις, τα δικά του νοηματικά σταματήματα, τους δικούς του εμφαντικούς τονισμούς στις λέξεις και τις αράδες, ένιωσα μια συγκίνηση μεγάλη.
Η βαθιά ασθμαίνουσα φωνή του είναι μια από τις φωνές μέσα μου και την ακούω στις ανηφόρες της ζωής και του τόπου τούτου που σαν να τις ξεχνάει τις ανηφόρες, μόλις ανέβηκε σε αμάξι και αερόπλανο και τραμ και βαπόρι και λεωφορείο* τις ξεχνάει τις ανηφόρες τις δικές του και των ανθρώπων που ζουν πατώντας τα χώματα και τα μπετά του* τις ξεχνάει τις ανηφόρες και τους ανθρώπους του ξεχνάει, εκείνους που καλλιεργούν τα χωράφια του, που κλαδεύουν τα δέντρα του, που προσκυνούν τον ήλιο του, που βαθιά μέσα τους ζει μια ψυχή ασθμαίνουσα σαν και τη φωνή του Σεφέρη: τους μετ-ανάστες του, τις ανάσες του μετά του.
Για το Σεφέρη δεν θα γράψω σοφίες ούτε θα αντιγράψω τις σοφίες άλλων, παρά θα μοιραστώ μαζί σας μια χαρά μου (όχι μόνο να διαβάζω Σεφέρη αλλά και να τον ακούω) κι αυθαιρεσία στη γραφή κατά την ξεροκεφαλιά μου: όταν έπεσε, τυχαία, στα χέρια μου ένα cd με τίτλο και περιεχόμενο "Ο Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη" κι άκουσα τον ποιητή να βάζει τις δικές του παύσεις, τα δικά του νοηματικά σταματήματα, τους δικούς του εμφαντικούς τονισμούς στις λέξεις και τις αράδες, ένιωσα μια συγκίνηση μεγάλη.
Η βαθιά ασθμαίνουσα φωνή του είναι μια από τις φωνές μέσα μου και την ακούω στις ανηφόρες της ζωής και του τόπου τούτου που σαν να τις ξεχνάει τις ανηφόρες, μόλις ανέβηκε σε αμάξι και αερόπλανο και τραμ και βαπόρι και λεωφορείο* τις ξεχνάει τις ανηφόρες τις δικές του και των ανθρώπων που ζουν πατώντας τα χώματα και τα μπετά του* τις ξεχνάει τις ανηφόρες και τους ανθρώπους του ξεχνάει, εκείνους που καλλιεργούν τα χωράφια του, που κλαδεύουν τα δέντρα του, που προσκυνούν τον ήλιο του, που βαθιά μέσα τους ζει μια ψυχή ασθμαίνουσα σαν και τη φωνή του Σεφέρη: τους μετ-ανάστες του, τις ανάσες του μετά του.