Το ανοιχτό αμαξάκι

Εκείνη είναι ένα ανοιχτό αμαξάκι. Ευαέρο και ευήλιο. Κουβαλάει μόνο κάπου κάπου κάτι υπερβολικές αποσκευές (αξεσουάρ, καλλυντικά και ρούχα) κι αυτό είναι επίπονο για τις αναρτήσεις της. Κατά τα άλλα είναι η Χαρά της ζωής. Της δικής μου ζωής. Η καλύτερή μου φίλη από το Σεπτέμβρη του 1998.
Ήταν η μόνη που κατάλαβε -όταν οι άλλοι νόμιζαν ότι είμαι ένα βαρετό οικογενειακό SUV- ότι ήθελα και ήμουν ένα νευρικό, γρήγορο αμαξάκι. Σπορ. Καμιά φορά κολλημένο στην κίνηση, αλλά νευρικό. Κάποτε με παράταγα από ζοχάδα στη μέση του δρόμου για να πάω με τα πόδια, αλλά ερχόταν το κάμπριο της φίλης μου και με περιέθαλπε. Έχουμε κάνει μέχρι και κόντρες στην παραλιακή μαζί.

Τύφλα να έχει η Θέλμα και η Λουίζ. Παράπονο δεν έχουμε και Μπραντ Πιτ περιλαμβάνει το road movie μας, μόνο που μας καθυστέρησαν λίγο παραπάνω οι άτιμοι και κάψαμε πολύ βενζίνη για δαύτους. Και δάκρυα. Και ακούσαμε τραγούδια. Πολλά τραγούδια. Και ήπιαμε κρασιά ικανά να γεμίσουμε βυτία-τελικά είναι αλήθεια, όσο κι αν το μετράω από τότε που άκουσα τη φράση- και κάναμε πολλά τσιγάρα. Χαλάσαμε πολύ χρόνο σε ατέλειωτες συζητήσεις. Για όλα. Και για κείνους που σχεδόν τους έχουμε ξεχάσει. Εκτός από κείνους που φροντίζουν να μην ξεχαστούν και παραμένουν ζωντανοί, τροφοδοτώντας το μύθο τους.

Εκείνο που παρέμενε η σταθερά μου, ήταν το χαμογελαστό Merry Christmas άτομο απέναντί μου, ακόμη κι όταν δεν ήταν μαζί μου, ακόμα κι όταν έκανα να της μιλήσω δύο χρόνια.
Αυτή που αργεί πάντα, που ξεχνάει ονόματα και πράγματα, αλλά θυμάται εκείνα που έχω ξεχάσει εγώ. Αυτή που πουλάει τρέλα και κορδέλα και χαρά και κέφι, όταν δεν θέλει να καταρρεύσει ή όταν θέλει να σώσει εμένα από τα πατώματα. Αυτή που και με 15 "ναβιγκάτορ" μαζί της, συνεχίζει να μην προσανατολίζεται και με αναγκάζει να παραμένω ενεργή συνοδηγός, η καλύτερη συνοδηγός, με μαντήλια στο λαιμό και κοκκαλάκια στα μαλλιά, γιατί μας τα ανεμίζουν τα κάμπριο μυαλά μας.

Είναι αυτή που περιμένω να βγει από τη σάουνα και το χαμάμ και το γυμναστήριο για να μοιραστώ στο τέλος της μέρας μου τον απολογισμό. Απόψε ήταν πολύ γλυκός και τρυφερός σαν τραγούδι του Αντώνη Καλογιάννη που μας μεγαλώσανε εν αγνοία τους οι μπαμπάδες μας. Εγώ εξακολουθώ να παίζω Καλογιάννη και Μητροπάνο και Μπιθικώτση και Μοσχολιού στο σιντί μου, εκείνη είναι κυνηγός ταλέντων. Στα 12 χρόνια που την ξέρω, όποιον τραγουδιστή και ηθοποιό έχει ξεχωρίσει στο ξεκίνημά του, όταν είναι ακόμα άγνωστος και άσημος, έχει γίνει μετά πρώτη φίρμα. Μυρίζεται τα σουξέ. Είναι λαγωνικό. Του εφήμερου. Αυτό που με ξεκουράζει, με αλαφραίνει, μου δίνει ζωή και Χαρά. Το κάμπριο αμαξάκι που με ταξιδεύει στο νότο με τέρμα μουσική κι αισθήματα που περνάνε απέναντι και στο τέλος κερδίζουμε την κούρσα.

Η γυαλιστερή Φεράρι (ως Smart μονοθέσιο συμπεριφέρονταν κάποτε) δίπλα μου κάθεται ακίνητη κι εγώ η ιερόσυλη σου λέω ότι είναι ένα Τογιότα μεταμφιεσμένο σε Πόρσε. Ξέρεις κάτι; Μπορεί και να είναι μια Πόρσε που το παίζει Τογιότα για ξεκάρφωμα. Εσύ παραμένεις ένα κάμπριο αμαξάκι, τρελό και φευγάτο κι εγώ το σπορ νευρικό μαζντάκι που λέγαμε. Άμα θέλει η Πόρσε κι η Φεράρι, ας μας προλάβουν, γιατί είμαστε σε εγρήγορση στο φανάρι και θα φύγουμε πρώτες. Θα φάνε τη σκόνη μας.

Μόνο που, ρε γαμώτο, μπορεί να χαθούμε στα στενά μετά, εγώ να διαβάζω το χάρτη, εσύ να έχεις ξεχάσει το ναβιγκάτορ σου και τότε θα βάλουμε πάλι τέρμα μουσική και θα γελάμε...