Η αποκατάσταση του ονόματος της γυναίκας του Σαίξπηρ

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη Φιλολογική Βραδυνή, το Σάββατο, 24/1/2009)

«…Εγώ δεν έχω κάνει κακό.
Αλλά, τι λέω- στη γη βρίσκομαι! Εδώ, άμα κάνεις κακό,
σ’ έχουνε περί πολλού, και άμα κάνεις καλό, σε λένε αφελή.
Αχ, τότε, γιατί λέω αυτή τη γυναικεία δικαιολογία,
ότι δεν έχω κάνει κακό; …»

Μάκμπεθ, Πράξη Δ΄, Σκηνή 2,
σε μετάφραση από τον Ερρίκο Μπελιέ



Σε «αιρετικές δοξασίες» βασίζεται, κατά τη δήλωση της ίδιας της συγγραφέως του, Germaine Greer, το βιβλίο που κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση της Ελεάννας Πανάγου, με τον τίτλο «Η γυναίκα του Σαίξπηρ». Ευτυχώς, που υπάρχουν κι αυτές (οι αιρετικές δοξασίες) και το παρελθόν μπορεί και ξαναζωντανεύει, όχι μόνο ιστορικά –η επίσημη Ιστορία άλλωστε θυσιάζει τις μικρές ανθρώπινες ιστορίες για να διαιωνίσει το κύρος και την ισχύ της- αλλά και με τη δύναμη της φαντασίας και της ισχυρής αμφιβολίας, προκειμένου να οξύνει τα ερωτηματικά και ίσως να αμβλύνει άδικες εντυπώσεις. «…παραμένοντας σιωπηλή και αόρατη, η Ανν Σαίξπηρ άφησε ένα κενό σε σχήμα γυναίκας στη βιογραφία του Ουίλιαμ Σαίξπηρ…».
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αντί για τις κακολογίες θαυμαστών του Σαίξπηρ, του μεγαλύτερου δραματουργού όλων των εποχών, για την ίδια του τη γυναίκα, ακριβώς επειδή δεν ξέρουμε ποια ήταν ή ποια δεν ήταν η Ανν Σαίξπηρ, τι έκανε ή τι δεν έκανε, τι πίστευε ή τι δεν πίστευε, η Germain Greer δίνει με εξαντλητικές λεπτομέρειες το πλέον σαφές πλαίσιο της εποχής και τοποθετεί την Ανν στις γραμμές του, δίκαια και καθαρά, αφήνοντας την αμφισβήτηση να κάνει καλά τη δουλειά της. Η συγγραφέας παρουσιάζει με εξαιρετικά ενδιαφέροντα τρόπο το μωσαϊκό της ελισαβετιανής κοινωνίας, κυρίως αναζητώντας καλούς λόγους αναίρεσης ορισμένων διαβολών για τη γυναικεία αυτή μορφή οι οποίες είναι αδύνατο να αποδειχθούν αν είχαν ή δεν είχαν μια κάποια βάση. Στην πραγματικότητα η φεμινιστική στάση της συγγραφέως είναι εκείνη που την ωθεί σε μια προσπάθεια υπεράσπισης αυτής της προσωπικότητας που παραμένει θολή και ασαφής, ακριβώς επειδή η ανδροκρατούμενη κοινωνία μέχρι και τον 20ο αιώνα βύθιζε στο σκοτάδι τις γυναίκες εκείνες που η σκιά του συζύγου τους διέθετε βαρύτητα ικανή να καλύψει μερικές σελίδες στους τόμους τη επίσημης Ιστορίας. Και η Greer στήνει μερικούς υποθετικούς ιστούς, για τις μικρές καθημερινές ιστορίες αυτής της γυναίκας, της οικογένειάς της και του κοινωνικού της περιβάλλοντος, χρησιμοποιώντας τα ιστορικά στοιχεία ως πυξίδα για την κατάρριψη των αβάσιμων εικασιών που έχουν πλήξει τη φήμη και την υπόληψη της Ανν Σαίξπηρ.

Το πετυχαίνει αυτό διατυπώνοντας νέες εικασίες που διαθέτουν τη βάση για να στηριχθούν, ωστόσο ούτε αυτές μπορούν να επαληθευθούν. Τουλάχιστον, μπορούν να βρίσκονται κάπου καταγεγραμμένες για το μελετητή του μέλλοντος, αλλά και για τον τωρινό αναγνώστη που το πιο πιθανό είναι να μην γνωρίζει καν την ύπαρξη της Ανν, κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερη από τον Ουίλιαμ. Είναι το επώνυμο του συζύγου της που την καταπίνει. Αδίκως, όπως υποστηρίζει, η Germaine Greer. «…Η Οφηλία, όπως όλες σχεδόν οι ηρωίδες του Σαίξπηρ, ξέρει να διαβάζει, αλλά και να γράφει. Στη γυναίκα του Σαίξπηρ δεν επιτρέπεται ούτε το ένα ούτε το άλλο…». Δεν αξίζει η αφάνεια στην Ανν, όπως δεν αξίζει σε καμία γυναίκα, ανεξαρτήτως με ποιον μοιράστηκε τη ζωή της. Οι βιογράφοι του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, σύμφωνα με τη συγγραφέα, έχουν δείξει υπερβολική προθυμία ανά τους αιώνες να την κακολογήσουν. Λες κι έχει σημασία να θαμπώσουν λίγο την εικόνα μιας γυναίκας («…Η σύζυγος της ελισαβετιανής εποχής ήταν πάνω απ’ όλα μια συμπαραστάτης…») για να αναδειχθεί μια έτσι κι αλλιώς σχεδόν «αρχετυπική» πια για τη λογοτεχνία φιγούρα, αυτή του Σαίξπηρ.
Η Greer ανασύρει από τα κλασικά έργα του μεγάλου δημιουργού κομμάτια που αποκαλύπτουν τις εκφάνσεις των κοινωνικών ηθών των χρόνων του και τολμά –ομολογώντας την αυθαιρεσία της φαντασία της- να πλάσει ορισμένες άλλες πιθανότητες στις πτυχές της ζωής του ζεύγους Σαίξπηρ. Αναδημιουργεί το παρελθόν, λες και θέλει να αποδώσει ενός είδους «δικαιοσύνη» για τις γυναίκες που αποσιωπήθηκαν ή παραγκωνίστηκαν, αλλά και για κείνες που διαβλήθηκαν. Όλα αυτά, στο όνομα της Ανν Σαίξπηρ. Διόλου κακή επιλογή οφείλω να ομολογήσω. «…Όποιος έχει εντρυφήσει στη δυτική λογοτεχνική κουλτούρα θα πρέπει να αναρωτιέται γιατί να θέλει μια πνευματώδης γυναίκα να γίνει σύζυγος. Στην καλύτερη των περιπτώσεων η σύζυγος πρέπει να είναι αόρατη, όπως οι σύζυγοι όλων σχεδόν των μεγάλων συγγραφέων που διδάσκονταν κάποτε οι μαθητές στα σχολεία. Αν ο Όμηρος, ο Πλαύτος, ο Τερέντιος, ο Βιργίλιος, ο Οράτιος και ο Γιουβενάλης είχαν συζύγους, τότε αυτές πρέπει να σβήστηκαν από την ιστορία. Οι σύζυγοι που θυμόμαστε είναι οι σύζυγοι που διασύρονται, όπως η Ξανθίππη του Σωκράτη και η Φυλλίδα του Αριστοτέλη…».