Παραβολή για το πλάτος της ψυχής
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη Φιλολογική Βραδυνή, το Σάββατο, 17/1/2009)
«…πάντα έγραφα, γράφω και θα γράφω παραμυθίες στα χώματα γι’ αυτούς που είναι πλέον κάτω απ’ αυτά και για όσους βαδίζουν ακόμη πάνω τους, ενώνοντας έτσι το θάνατο με τη ζωή, το υποθετικό τέλος με την υποθετική διάρκεια, αυτά τα, φαινομενικά, δύο άκρα αντίθετα που είναι, στην ουσία, το ίδιο ακριβώς πράγμα, δηλαδή ένα όνειρο…»
Ιστορίες που οδηγούν στην απομάγευση, τουλάχιστον στο επιμύθιό τους, ενώ προηγουμένως έχουν ενδυθεί το μανδύα του λαϊκού παραμυθιού για να μαγέψουν τον αναγνώστη τους. Πρόκειται για το πεζογραφικό βιβλίο του Αργύρη Χιόνη που κυκλοφόρησε από τις νεότευκτες εκδόσεις Κίχλη που διευθύνει η Γιώτα Κριτσέλη, φιλόλογος και επιμελήτρια, γνωστή από τη δουλειά της στις εκδόσεις Νεφέλη. Ο τίτλος του είναι «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες». Μια καλαίσθητη έκδοση που χρωστάει την ευφάνταστη «εικονογράφησή» της –ή οπτική της διακόσμηση τέλος πάντων- στα ενδιαφέροντα κι ευαίσθητα σχέδια της Εύης Τσακνιά.
Τα σύντομα αφηγήματα του Αργύρη Χιόνη θυμίζουν λαϊκά παραμύθια. «…Αν θέλεις βασιλιά, ντε και καλά, γίνε υπήκοος του εαυτού σου…». Διαθέτει και «ηθικόν δίδαγμα» το καθένα ξεχωριστά, μόνο που είναι συνήθως παράδοξο, αλαφροϊσκιωτο και διόλου πολιτικά ορθόν. Όπως και οι ιστορίες. Κινούνται ανάμεσα στην ονειρική διάθεση των μύθων και τη δραματική τους διάσταση. Με ανάλαφρο τόνο και ύφος θίγονται ζητήματα όπως η εξουσία, η ελευθερία, η διαφορετικότητα, η ανθρωπιά, η απουσία, η σκληρότητα, η φιλοδοξία, ο θάνατος και η ίδια η ζωή. «…Η Απουσία είναι το μοναδικό θηρίο που ο άνθρωπος, όχι μονάχα δεν κατάφερε ποτέ να εξημερώσει, αλλ’ ούτε να συλλάβει καν…».
Δεν είναι παραμύθια για να καθησυχάσουν, αλλά μάλλον θέλουν να απομαγεύσουν τον αναγνώστη και να του ανοίξουν τα μάτια της ψυχής. Με αυτή την έννοια είναι παρηγορητικά. Μπορεί το στυλ του Αργύρη Χιόνη σ’ αυτές τις ιστορίες να ακροβατεί ανάμεσα στην ποιητική ουσία και την αμήχανα πεζογραφική έκφραση, ωστόσο κλείνοντας το βιβλίο αισθάνεται κανείς ότι αυτές δρουν υπόγεια στο θυμικό, παίζουν παιχνίδια με τη λογική και τη μνήμη και εν τέλει έχουν κάνει τη δουλειά τους. Με τη μέθοδο του …οριζόντιου ύψους, δηλαδή του πλάτους που καταλαμβάνουν στη σκέψη του αναγνώστη. «…Αν περπατάτε κοιτώντας συνέχεια ψηλά, υπάρχει κίνδυνος να πατήσετε κάποια παπαρούνα που θάλλει στο πεζοδρόμιό σας…».
Ευαίσθητες και απαλές οι ιστορίες –όχι τόσο αφύσικες όσο λέει ο τίτλος του βιβλίου- διασώζουν την ανθρωπιά, μέσα από την προσωπική αλήθεια του Αργύρη Χιόνη. Απευθύνονται στον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά. Του ζητούν να γίνει ο βασιλιάς της ύπαρξής του* να καλύψει στην ψυχή του το οριζόντιο ύψος που του αναλογεί απ’ αυτόν τον κόσμο* να διατηρήσει τη μοναδικότητά του και να διεκδικήσει την ίδια την ομορφιά της ζωής και τα δώρα της. «…Καλύτερα ν’ αποχτήσεις κάτι κι ας το χάσεις, παρά να μην αποχτήσεις ποτέ τίποτα…». Μα, πάνω και πέρα απ’ όλα, τον καλούν να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια του μπροστά στην ωραιότητα της φύσης, της ύπαρξης, της δημιουργίας, αλλά ακόμη και μπροστά στο αναπόφευκτο τέλος τους. «…Οι άνθρωποι της πολιτείας ήταν κι αυτοί από τσιμέντο κι άσφαλτο και σίδερο και στο μέρος της καρδιάς είχανε μια πλαστική σακούλα…Οι άνθρωποι της πολιτείας κοιτούσαν, μα δε βλέπανε…». Είναι σαν να διαβάζεις μια παραβολή για το πλάτος της ψυχής, μία από τις διαστάσεις που κινούν τα νήματα της ανθρώπινης φύσης.
Τα σύντομα αφηγήματα του Αργύρη Χιόνη θυμίζουν λαϊκά παραμύθια. «…Αν θέλεις βασιλιά, ντε και καλά, γίνε υπήκοος του εαυτού σου…». Διαθέτει και «ηθικόν δίδαγμα» το καθένα ξεχωριστά, μόνο που είναι συνήθως παράδοξο, αλαφροϊσκιωτο και διόλου πολιτικά ορθόν. Όπως και οι ιστορίες. Κινούνται ανάμεσα στην ονειρική διάθεση των μύθων και τη δραματική τους διάσταση. Με ανάλαφρο τόνο και ύφος θίγονται ζητήματα όπως η εξουσία, η ελευθερία, η διαφορετικότητα, η ανθρωπιά, η απουσία, η σκληρότητα, η φιλοδοξία, ο θάνατος και η ίδια η ζωή. «…Η Απουσία είναι το μοναδικό θηρίο που ο άνθρωπος, όχι μονάχα δεν κατάφερε ποτέ να εξημερώσει, αλλ’ ούτε να συλλάβει καν…».
Δεν είναι παραμύθια για να καθησυχάσουν, αλλά μάλλον θέλουν να απομαγεύσουν τον αναγνώστη και να του ανοίξουν τα μάτια της ψυχής. Με αυτή την έννοια είναι παρηγορητικά. Μπορεί το στυλ του Αργύρη Χιόνη σ’ αυτές τις ιστορίες να ακροβατεί ανάμεσα στην ποιητική ουσία και την αμήχανα πεζογραφική έκφραση, ωστόσο κλείνοντας το βιβλίο αισθάνεται κανείς ότι αυτές δρουν υπόγεια στο θυμικό, παίζουν παιχνίδια με τη λογική και τη μνήμη και εν τέλει έχουν κάνει τη δουλειά τους. Με τη μέθοδο του …οριζόντιου ύψους, δηλαδή του πλάτους που καταλαμβάνουν στη σκέψη του αναγνώστη. «…Αν περπατάτε κοιτώντας συνέχεια ψηλά, υπάρχει κίνδυνος να πατήσετε κάποια παπαρούνα που θάλλει στο πεζοδρόμιό σας…».
Ευαίσθητες και απαλές οι ιστορίες –όχι τόσο αφύσικες όσο λέει ο τίτλος του βιβλίου- διασώζουν την ανθρωπιά, μέσα από την προσωπική αλήθεια του Αργύρη Χιόνη. Απευθύνονται στον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά. Του ζητούν να γίνει ο βασιλιάς της ύπαρξής του* να καλύψει στην ψυχή του το οριζόντιο ύψος που του αναλογεί απ’ αυτόν τον κόσμο* να διατηρήσει τη μοναδικότητά του και να διεκδικήσει την ίδια την ομορφιά της ζωής και τα δώρα της. «…Καλύτερα ν’ αποχτήσεις κάτι κι ας το χάσεις, παρά να μην αποχτήσεις ποτέ τίποτα…». Μα, πάνω και πέρα απ’ όλα, τον καλούν να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια του μπροστά στην ωραιότητα της φύσης, της ύπαρξης, της δημιουργίας, αλλά ακόμη και μπροστά στο αναπόφευκτο τέλος τους. «…Οι άνθρωποι της πολιτείας ήταν κι αυτοί από τσιμέντο κι άσφαλτο και σίδερο και στο μέρος της καρδιάς είχανε μια πλαστική σακούλα…Οι άνθρωποι της πολιτείας κοιτούσαν, μα δε βλέπανε…». Είναι σαν να διαβάζεις μια παραβολή για το πλάτος της ψυχής, μία από τις διαστάσεις που κινούν τα νήματα της ανθρώπινης φύσης.