Ξημέρωμα 1ης Αυγούστου
Μπορεί να φοβάμαι τη μυθολογία του Αυγούστου πιο πολύ από τον ίδιο το μήνα. Γι' αυτό για έντεκα χρόνια τώρα φεύγω -στην αρχή από ανάγκη άλλων, πια από μεγαλύτερη άναγκη δική μου- από την Αθήνα τον Ιούλιο που μου μοιάζει πιο γάργαρος και ξάστερος και ζεστός στην ψυχή του. Ο Αύγουστος έχει μια σκοτεινιά και μια υγρασία. Τον αγαπώ όσο τη γενέθλια άνοιξη. Μοιάζουν. Καλύτερα να 'μαι στο γραφείο, αν κι έχω κάνει γραφείο και κήπο μου πια όλον τον τόπο.
Το ξημέρωμα 1ης Αυγούστου με βρήκε να ακούω την "Αρχόντισσα", εκεί λίγο μετά τα μεσάνυχτα που το σκοτάδι γίνεται διαυγές και κλείνει το μάτι στη φεγγαράδα που θαμπώνει και βλέπεις καλύτερα. Με μια κιθαρούλα. Από το ορθάνοιχτο τζάμι έμπαινε το μπουγάζι του ρέματος, κάποτε θάλασσα θα ήταν εδώ, μαζί με τη φωνή του νεαρού που τραγουδούσε. Σε μια παρέα. Ο Τσιτσάνης θα είχε βγει και θα καθόταν δίπλα τους να αγαλλιάσει. Θα έκανε ένα τσιγαράκι μαζί τους. Είχε σωπάσει η ζωή για να ζήσει, σε μια νύχτα, για μια κιθάρα και μια φωνή.
Κι έγινε ολόδικό μου το τραγούδι σαν τον δικό μου Αύγουστο. Τι μας ανήκει; Ό,τι έχουμε τη δύναμη να νιώσουμε, αυτό μας ανήκει, ακόμη κι αν δεν είναι για μας, ακόμη κι αν δεν είναι τελικά δικό μας.
Σαν το τραγούδι που έμπαινε από τα παράθυρά μου κι ακούμπαγε να ξαποστάσει στο στρώμα μου, χωρίς να έχει γραφτεί για μένα, χωρίς καν να λέγεται για μένα, ήταν για μένα.
Κάπως έτσι κι οι άνθρωποι, κάποτε. Δεν είναι δικοί μας, δεν είναι καν εκεί για μας, αλλά γίνονται ολόδικοί μας. Και η λήθη μπορεί να είναι το πιο ασφαλές τους καταφύγιο. Να μείνουν για πάντα δικοί μας, ακριβώς επειδή τους ξεχάσαμε, τους βάλαμε στο μπουκαλάκι και τους ρίξαμε στο νερό, να φύγουν μακριά, τελικά για να μην φύγουν ποτέ.
Τα βλέφαρά μου κλείνανε κι η "Πριγκιπέσσα" είχε πάρει τη θέση της από την "Αρχόντισσα". Μια άλλη πριγκιπέσσα πιο βαθιά κι αληθινή από ποτέ. Για λίγους. Ξάγρυπνους. Οι μουσικές έδεσαν τον καιρό στη συγκινητική και μαγεμένη από την τέχνη της φωνή, που υποδέχτηκε για μένα, το ξημέρωμα της 1ης Αυγούστου, αυτό το μήνα, το δικό μου.