«Η ποίηση αποτελεί σήμερα μια κιβωτό»
(Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στη Φιλολογική Βραδυνή στις 13/10/1007)
Ο χρόνος ως μονάδα μέτρησης της σιωπής, της ωραιότητας και του ονείρου* μέσα από το ποιητικό κάτοπτρο. Με κοινή συνισταμένη και του ψιθύρου και της ομορφιάς αλλά και του οράματος, την ίδια τη δύναμη της «λοξής» ματιάς που επιβάλλει η ποιητική θεώρηση του κόσμου και της ζωής, τουλάχιστον έτσι όπως παρουσιάζεται στον «καινό διαιρέτη» (Εκδόσεις Νεφέλη), ένα ποιητικό αφήγημα, όπως θέλει να το αποκαλεί ο δημιουργός του, Γιάννης Ευθυμιάδης.
Με το πρώτο ποιητικό σας εγχείρημα, με το χαρακτηριστικό τίτλο «ΣΤΙΓΜΑ», προφανώς επιζητούσατε να συστηθείτε, να δώσετε το δικό σας στίγμα για την ενασχόλησή σας με την ποίηση. Για το δεύτερο έργο σας, «καινός διαιρέτης», ποια είναι η προσωπική σας πρόθεση, η επιδίωξή σας; Τι επιχειρείτε να εκφράσετε με τη δεύτερη συλλογή σας;
Πράγματι, το «ΣΤΙΓΜΑ» ήταν μια αυτοσύσταση. Θα έλεγα ότι έδινε, ηθελημένα ή αθέλητα, το στίγμα της ποιητικής μου και των ποιητικών μου προθέσεων. Με τον «καινό διαιρέτη», που ξεκίνησε να γράφεται πριν ακόμη εκδοθεί το ΣΤΙΓΜΑ, θέλησα να καταθέσω μια πιο στέρεη τοποθέτησή μου πάνω στο ποιητικό φαινόμενο καθαυτό. Ο «καινός διαιρέτης» αποτελεί μια σύνθεση, όχι συλλογή ποιημάτων. Θα τον χαρακτήριζα «ποιητικό αφήγημα». Το ποιητικό υποκείμενο αφηγείται την ανακάλυψη του εαυτού του και του κόσμου μέσα από την ποίηση ως σύλληψη, ως γραφή, ακόμη και ως βίωμα. Και, πιστέψτε με, πρόκειται για οδυνηρή ανακάλυψη, αν σκεφτεί κανείς ότι αποτελεί έναν νέο, έναν «καινό» προσδιορισμό της αλήθειας και της ομορφιάς.
Οι καταβολές και οι επιδράσεις σας από το Σεφέρη και τον Ελύτη είναι έντονα ανιχνεύσιμες. Πόσο δύσκολο είναι για έναν ποιητή σήμερα να βρει την απολύτως δική του «φωνή» και να αρθρώσει το λόγο του πρωτότυπα και φυσικά με θάρρος;
Οι ποιητικές καταβολές μας αποτελούν σχεδόν βιολογικές «εγγραφές». Όσοι προηγήθηκαν είναι ο καθρέφτης μας και συνάμα το αντίπαλο δέος. Ο Σεφέρης και ο Ελύτης καθόρισαν πράγματι όχι μόνο τον τρόπο που γράφουν ποίηση οι ποιητές μετά απ’ αυτούς αλλά και τον τρόπο ανάγνωσης της ποίησης. Στη λογοτεχνία συμβαίνει, ξέρετε, ό,τι και στη σχέση των παιδιών με τους γονείς. Θαυμάζεις τον πρόγονο και παλεύεις συνάμα να τον ξεπεράσεις. Ο ποιητικός λόγος, πολύ περισσότερο των δημιουργών που εκτιμάς και σέβεσαι, εγγράφεται και περνάει στην ποίησή σου ασυνείδητα. Κι εκεί αρχίζει ο μεγάλος αγώνας της «ενηλικίωσης», το αιώνιο στοίχημα να αρθρώσεις τον δικό σου λόγο. Πρέπει να περάσεις από τη φάση της απόρριψης, για να ανακαλύψεις πολλά χρόνια μετά ότι διέγραψες την ίδια ακριβώς διαδρομή, με τη μόνη διαφορά ότι ανανέωσες, έστω και λίγο – αν το αξιώθηκες – τον κώδικα. Το «πρωτότυπα» και το «με θάρρος» θα τα συναιρούσα σε μία κουβέντα: αληθινά.
Να σας πω ότι στο «ΣΤΙΓΜΑ» έμεινα με την αίσθηση ότι η δική σας υποκειμενικότητα υπερτερούσε σε σχέση με τον «καινό διαιρέτη», που μου άφησε την εντύπωση ότι σαν να εγκλωβιστήκατε σε έναν ιδιότυπο «ακαδημαϊσμό» που εμποδίζει τρόπον τινά το αίσθημα και τη συγκίνηση να περάσει στον αναγνώστη. Ποιο είναι το βαθύτερο κίνητρο της ποιητικής σας έκφρασης εν γένει;
Χαίρομαι που το «ΣΤΙΓΜΑ» σας άφησε αυτή την εντύπωση. Είναι αλήθεια ότι, παρά τις εμφανείς ποιητικές καταβολές του, είχε την αφέλεια και την αυθορμησία ενός νέου ανθρώπου που δεν συνειδητοποιεί τα μεγέθη με τα οποία αναμετριέται. Στην ποίηση ξεκινά κανείς από την απόλυτη αλαζονεία και καταλήγει στην άκρα ταπείνωση. Ο «καινός διαιρέτης» αφηγείται μια πορεία αυτοσυνειδησίας και συνεπώς οφείλει να σταθεί αντικειμενικότερα απέναντι στο ποιητικό φαινόμενο. Το συναίσθημα στην ποίηση, ιδίως όταν γίνεται αυτοσκοπός, μπορεί να οδηγήσει σε ολισθηρούς δρόμους. Η ποίηση πρέπει να εκφράζει την αλήθεια. Από την αλήθεια θα γεννηθούν η συγκίνηση και το αυθεντικό συναίσθημα.
Ακούμε τόσο συχνά το περί χαλεπού καιρού για την ποίηση στις μέρες μας. Το συμμερίζεστε εσείς και πού το αποδίδετε;
Χαλεπούς καιρούς περνάει η ίδια η ωραιότητα. Και η ποίηση μαζί της. Ο ποιητικός λόγος, περισσότερο κι από την πεζογραφία, απαιτεί την αμέριστη συμμετοχή όχι μόνο του δημιουργού αλλά και του αποδέκτη. Οι σημερινές ταχύτητες αποκλείουν μια τέτοια προσέγγιση. Πιστεύω πως η ποίηση αποτελεί σήμερα μια κιβωτό. Μέσα στην τύρβη διασώζει αξίες δημιουργίας, επικοινωνίας με την τέχνη, με την ίδια τη ζωή. Όταν όλη η σημερινή παραφορά καταλαγιάσει, η ποίηση θα έχει διασώσει την αλήθεια του καιρού μας. Είναι πολύ δύσκολο να γράφει κανείς ποίηση στις μέρες μας. Η ίδια η ποιητική γραφή σήμερα αποτελεί μια επαναστατική πράξη.
Αντιγράφω από τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα: «Ο ποιητής μπορεί να κάνει μόνο μία προσευχή: να μην καταλαβαίνει το απαράδεκτο –κάνε να μην καταλαβαίνω, για να μην παρασύρομαι… κάνε να μην ακούω, για να μην πρέπει να απαντάω… Η μόνη προσευχή του ποιητή είναι η προσευχή να είναι κουφός». Τι λέτε εσείς γι’ αυτό; Είναι η απομόνωση και η μοναξιά μια ικανή ή αναγκαία προϋπόθεση, για να γράψει ο λογοτέχνης;
Ο ποιητής βιώνει την απόλυτη μοναξιά αλλά με έναν εντελώς ιδιότυπο τρόπο. Ζει μέσα στην καρδιά της πραγματικότητας, θρέφεται απ’ αυτήν και την ίδια στιγμή γίνεται ένας αναχωρητής. Δίπλα στον θόρυβο, στην αναταραχή, όταν όλα γύρω του σφύζουν από ζωή, αυτός κλείνεται σε μια εσωτερική αταραξία. Αυτό του είναι απαραίτητο για να μπορεί ανενόχλητος να παρατηρεί την εξωτερική μεταβολή και να την αφομοιώνει. Ο ποιητής πρέπει μόνος πολλές φορές να αναδημιουργήσει το σύμπαν, ένα ολόδικό του σύμπαν, που θα μπει και θα το κατοικήσει πρώτος αυτός. Κι ύστερα, αν το καταφέρει, θα το κατοικήσουν κι άλλοι μαζί του.
Μιλήστε μου για την ποίηση και τους δημιουργούς που εσείς θαυμάζετε. Τι θεωρείτε ότι στάθηκε για σας καταλυτική επιρροή;
Προσπαθώ πάντα να απομονώνω το έργο από τον δημιουργό του. Θέλω να πω μ’ αυτό πως πιστεύω σε μια σχεδόν μοιραία δύναμη ενός και μόνου στίχου που αρκεί να δικαιώσει στη συνείδησή μου ακόμα κι έναν ελάσσονα ποιητή. Καθένας έχει γεννηθεί για να πει κάποια λόγια. Άλλος λιγότερα, άλλος περισσότερα. Η ποιητική συνέχεια φτιάχνει ένα ατέλειωτο, ευτυχώς, ποίημα που φτάνει ως τον καιρό μας. Με αυτή τη λογική με συγκινούν ιδιαίτερα και οι ποιητές της γενιάς μου, όχι μόνο με το έργο τους, την αξία του οποίου άλλωστε θα κρίνει ο καιρός και η αγάπη των ανθρώπων, αλλά κυρίως με την αγωνία τους για την συνέχεια της ποίησης.