Στο σύθαμπο της βλακείας

Το άσχημο αστείο είναι ότι η πολιτική σκηνή της χώρας έχει στηθεί από ένα κάστινγκ ανθρώπων που στην πραγματική ζωή δεν θα τους εμπιστευόμασταν για τίποτα, πολύ περισσότερο για να μας κυβερνήσουν. Με τις φωτεινές εξαιρέσεις ίσως, που αυτή τη στιγμή κρύβονται από το σύθαμπο της βλακείας. Ωστόσο, εμείς το κάναμε το κάστινγκ, συχνά απέχοντας από την ευθύνη να παίξουμε κι εμείς στο έργο, να πρωταγωνιστήσουμε, ως πολίτες με όλη τη σημασία της λέξης. Το άσχημο αστείο είναι ότι η δική τους κρίση, μια κρίση που ξεκίνησε άνωθεν τάχα μου, διαδικαστικά, προσχηματικά, και απλώνεται προς τα κάτω, ξεμπροστιάζει και την τρεμάμενη δημοσιογραφία μπροστά στο θάνατό της όπως την ξέραμε και στη μετάβασή της σε μια εποχή ηλεκτρονική, αλλιώτικη.
Το άσχημο αστείο είναι ότι όλοι εμείς οι σκηνοθέτες και παραγωγοί αυτής της δημοκρατίας τώρα αναπνέουμε μέσα στην ανασφάλεια και υποκινούμαστε από το φόβο. Τον εχθρό μας τον είδαμε στον καθρέφτη. Δεν είναι άλλος από τον κακό μας εαυτό. Τις ανόητες επιλογές. Την επικίνδυνη ακροβασία με την ανοχή στο τίποτα, στο ανούσιο, στην καταστροφική επιφάνεια χωρίς περιεχόμενο. Σε όλους τους τομείς. Το άσχημο αστείο είναι ότι φτιάξαμε και τους ηγέτες μας από το ίδιο υλικό. Ακούω τους λόγους του Γιώργου Παπανδρέου -και όλων- αυτή τη διετία και ιδίως αυτές τις δύο τελευταίες εβδομάδες και σκέφτομαι ποιος τους γράφει. Χωρίς κανένα αντίκρισμα οι λέξεις του. Κενό. Απόλυτο. (Τι εξυπηρετεί αυτό το κενό; Αν όχι, χώρο για να γεννηθεί το καινούριο;).
Το άσχημο αστείο που παίξαμε στον εαυτό μας, είναι ότι απογυμνώσαμε τις λέξεις από κάθε νόημα. Άδεια όστρακα. Μείναμε σε κενά σχήματα. Και κάπως πρέπει να τα γεμίσουμε τώρα, όπως όπως, γιατί θα γκρεμιστούμε ανάμεσα στα τεράστια χάσματα των κενών γραμμάτων, των κενών χαρακτήρων, των ανύπαρκτων σημείων στίξης. Χάσαμε το νόημα. «...Ένας καινούργιος δρόμος ας βρεθεί έστω και τώρα... Να οδηγεί κάπου να ξέρουμε πως κάπου θα φτάσουμε /Ας μην ξέρουμε πού...» (Τα ποιήματα, Εκδόσεις Παπαζήση), έγραφε ο Αλέκος Παναγούλης με το αίμα του μέσα στη φυλακή, την απομόνωση, 40 χρόνια πριν, σε ξεφτισμένα χαρτάκια, σε ματωμένους επιδέσμους. Αλλά δεν εκτιμήσαμε καμία θυσία, τα πήραμε όλα δεδομένα, θεωρήσαμε άλλοτε δικαίωμα και άλλοτε υποχρέωση το πέρασμα στη βλακεία, γιατί ήταν εύκολο, απλό. Επιλογή, βεβαίως. Εκείνος ο άνθρωπος έλεγε τότε και μαρτυρούσε με σωματικό πόνο ότι ήθελε να νικήσει, αφού δεν μπορούσε να νικηθεί. Κι εμείς νικηθήκαμε απλώς παραδομένοι. «...Γεννήθηκε όμως/ ένα καινούργιο είδος σκλάβων/ Σκλάβοι αμειβόμενοι/ Σκλάβοι χορτάτοι/ Σκλάβοι που γελούν/ Σκλάβοι που θέλουν/ Σκλάβοι να μένουν/ Αυτή είναι η πρόοδος!» (1972, Αλέκος Παναγούλης). Ένα αριστερό κλικ στην καρδιά μας κι ένα δεξί κλικ στο μυαλό μας είναι η επιθυμία και η απόφαση να νικήσουμε τη βλακεία, τον κακό μας εαυτό, να γίνουμε πολίτες και πολιτικά όντα, υπεύθυνοι και άξιοι της μοίρας μας.

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη "Βραδυνή" στις 11/11/2011)