Ο μανιχαϊσμός της αθηναϊκής καθημερινότητας

photo: scalidi
Βγαίνω εκτός εαυτού από το ένα ταξί, από το ένα μαγαζί, από το ένα φαρμακείο, από τη μία συνδιαλλαγή. Η αιτία: οι μη επαγγελματίες. Η παντελής έλλειψη στοιχειώδους πειθαρχίας και καθήκοντος. Και μπαίνω με βαθιά περίσκεψη μετά στο άλλο ταξί, στο άλλο μαγαζί, στο άλλο φαρμακείο, στην άλλη συναλλαγή με τον απέναντι: η εντελώς άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ο επαγγελματισμός στο αποκορύφωμά του.

Η πόλη του παραλόγου και της υπερβολής η Αθήνα κι ενός φοβερού μανιχαϊσμού, όχι θεωρητικού, αλλά πρακτικού, απτού, πραγματικού. Άσπρο και μαύρο. Το καλό και το κακό στη γνωστή τους μάχη με φόντο τη βουβή αγανάκτηση των πολιτών, το γκρίζο χρώμα της απαισιοδοξίας που κυρίως πλήττει αυτή την πόλη. Μια πόλη που πίστεψε ότι θα αναπτύσσεται για πάντα, χωρίς να παράγει, χωρίς να διαμορφώνει, χωρίς να δημιουργεί. Μόνο θα καταναλώνει. Η πλάνη πέντε και κάτι εκατομμυρίων.

Φτάνω, λοιπόν, μετά τις γιορτές στους “πρόποδες” της πόλης, στα ΚΤΕΛ του Κηφισού. Βλέπω στο σταθμό των ταξί σημαντική παρουσία αστυνομίας που πραγματικά έχει επιβάλλει την τάξη και προς στιγμήν αυταπατώμαι ότι η “μαφία” των μη επαγγελματιών ταξιτζήδων δεν θα κάνει την εμφάνισή της. Περιμένω τη σειρά μου, παίρνω μόνη μου το ταξί που μου αναλογούσε, λέω τον προορισμό μου και την κατά προτίμηση διαδρομή που θα ακολουθήσει και ξεκινάνε τα όργανα.

Το “διαστημικό” ταξί με την ηλιοροφή και τα δερμάτινα μπεζ καθίσματα κάνει πρώτα ένα κύκλο γύρω από τον εαυτό μας, στη συνέχεια, δεν παίρνει το δρόμο που του έχω υποδείξει, γιατί είναι και μάγκας ο “κύριος”, στην πορεία με ρωτάει παραπλανητικά για να με κάνει έναν ακόμη ξεγυρισμένο κύκλο κι άμα δεν είχα τα μάτια μου δεκατέσσερα ακόμα θα γυρίζαμε την πόλη. Γιατί, ναι, δεν ήταν από την Αθήνα, ήταν από την Ελευσίνα, τώρα μάθαινε την πόλη (με τον πλοηγό ανενεργό στο ταμπλό του), λέει, αλλά τις κομπίνες της πόλης μια χαρά τις ήξερε. Δίνει ο θεός και φτάνω στον προορισμό μου, δεν μου δίνει απόδειξη, ούτε ρέστα, θεωρεί ότι τόσο κάνει η διαδρομή. Με κλέβει κανονικά. Του το λέω και το αρνείται φυσικά, αυτός δεν ξέρει δεν είναι από δω...

Στον αντίποδα, αλλοδαπός οδηγός ραδιοταξί -αυτός πραγματικά δεν είναι από δω, αλλά ξέρει να σε πάει παντού και πιο γρήγορα- σε κερνάει τσίχλα κατά την είσοδό σου στο όχημα, σε πηγαίνει στο άψε-σβήσε στον προορισμό σου, με λογικό και σωστό αντίτιμο, ο πλοηγός του λειτουργεί, σου φτιάχνει τη μέρα με την αισιοδοξία και το χιούμορ του. Τελειώνει η βάρδιά του, περιμένει να πάρει τα ψώνια της ημέρας και να γυρίσει με το μεροκάματο στην οικογένειά του.

Το ίδιο μοτίβο σε δύο καταστήματα οπτικών, σε δύο φαρμακεία. Κι εσύ στη μέση να πρέπει να υπερασπίζεσαι συνεχώς τον εαυτό σου, γιατί θα σε φάνε λάχανο... Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Από τη μία η ψυχρολουσία του απαίσιου και από την άλλη η ευφορία του κανονικού, του απλού, του πιο εύκολου. Γιατί, ναι, είναι πιο εύκολο και αποδοτικό, κύριοι, να κάνετε καλά τη δουλειά σας, παρά να ψάχνετε τρόπους να περάσετε από τους δαιδαλώδης λαβυρίνθους της διαφθοράς που -τι κρίμα- τόσο καλά γνωρίζετε. Α, και λιγότερο ψυχοφθόρο. Για όλους.

 (Το κείμενο δημοσιευτήκε στη "Βραδυνή" στις 14 Ιανουαρίου 2011)