Ψυχρολουσία

Κάτι σάπιες σαγιονάρες. Αυτές είδα πρώτα. Κίτρινες, ζητώντας λίγο ήλιο. Όχι άλλο ήλιο. Την έφαγε αυτός στο φανάρι. Ο ήλιος. Καίνε. Τα τσιμέντα κι οι εξατμίσεις. Είδα τη μικρή που κανονικά θα είχε διακοπές από το σχολείο, αλλά δεν πάει σχολείο. Μένει στα φανάρια. Να ρίχνει ένα μπουκάλι νερό στο κεφάλι της. Σε μια σκιερή γωνία. Και να πλένει το πρόσωπό της. Μ' αυτό. Έκλαιγε. Απηυδησμένη. Κι έχυνε το παγωμένο νερό πάνω της. Κι άντε εσύ μετά με πέντε κόλλυβα-λέξεις να ρίξεις νερό στο δικό σου κεφάλι, μπας και δροσιστεί εκείνη. Μάταιη ψυχρολουσία.