Με περνάς απέναντι

Περπατούσα στο κέντρο της πόλης. Εκεί που οι δρόμοι της στενεύουν την καρδιά μας. Απορροφημένη στις σκέψεις μου τόσο, που εμπιστεύτηκα για να περάσω απέναντι σε ένα περίεργα απαιτητικό φανάρι, δύο αλάνια, δυο πιτσιρίκια που οργώνουν τους δρόμους με λουλούδια στα χέρια. Αυτά συνήθως ξέρουν καλύτερα από τον καθένα, ενδόμυχα πείστηκε ο ενστικτώδης εαυτός μου.
Και το πέρασα ανέμελα το φανάρι. Με πέρασαν τα παιδιά απέναντι. Συνέχισα το δρόμο μου. Ακόμα πιο βυθισμένη σε ένα δίλημμα βλακώδες. Αυτά με προσπέρασαν. Χαμογέλασα στην προσπέρασή τους, με ειρωνεία προς τον εαυτό μου. Παρακάτω σε άλλο σταυροδρόμι μια ακόμη πιο ενστικτώδης αντίδραση με έκανε να απλώσω το αριστερό μου χέρι στο πλάι. Χωρίς να ξέρω γιατί. Απλώς το έκανα. Κι ανέκοψα την πορεία του ίδιου μικρού που πήγαινε να περάσει απέναντι με κόκκινο φανάρι για τους πεζούς. Το αυτοκίνητο πέρασε ξυστά μπροστά μας. Ίσα που πρόλαβα. Μόλις είχα ξεπληρώσει το άδηλο χρέος μου προς το παιδάκι. Ταράχτηκα, μόλις συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Προφανώς το ευρύ οπτικό πεδίο της γυναικείας φύσης είχε κάνει τη δουλειά του ερήμην μου. Αυτόματα. Όπως η αδρεναλίνη της στιγμής ξεκαθάρισε και τη λύση για το ανόητο δίλημμα.