Μύθοι από έναν αιρετικό «Αίσωπο» του 19ου αιώνα

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη Φιλολογική Βραδυνή, το Σάββατο 3/2/2007)

Σε εποχές που η πολιτική ορθότητα τείνει να γίνει μάστιγα όχι μόνο στην καθημερινότητα του ανθρώπου, αλλά ακόμη χειρότερα, κατατρέχει την πρωτότυπη σκέψη και τη δημιουργική έκφρασή της, η ευφυία αιρετικών του πνεύματος από το παρελθόν, αποτελεί έναν ασφαλή παράδεισο. Ένα καταφύγιο για το μυαλό που δεν του αρέσει να βολεύεται, για το πνεύμα που χρειάζεται νοστιμάδα για να κρατιέται ζωντανό κι ετοιμοπόλεμο.
Μια τέτοια λογοτεχνική φιγούρα είναι και ο Αμπρόουζ Μπηρς, ένας από τους διασημότερους αμερικανούς συγγραφείς και δημοσιογράφους που έζησε και διέπρεψε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το βιβλίο του «Ιστορίες για αραχνιασμένα κρανία» που κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Ηλέκτρα σε μετάφραση από τη Σάντυ Παπαϊωάννου και με την εξαιρετική εικονογράφηση της Άννας Λέκκα, αποτελεί ένα διασκεδαστικό κι ευχάριστο ανάγνωσμα που ταυτόχρονα αποκαλύπτει την αιχμηρή πένα του Μπηρς, μέσα από τα «ηθικά διδάγματα» που αφήνουν για τον αναγνώστη οι αιρετικοί, δηλητηριώδεις μύθοι του ιδίου με πρωταγωνιστές κυρίως ζώα.
Μοιάζει πραγματικά σαν να πρόκειται για το «αρνητικό» -αν μπορούμε να μιλήσουμε με φωτογραφικούς όρους- των μύθων του Αισώπου, καθώς εδώ τα ζώα δεν υιοθετούν απλώς ανθρώπινες συμπεριφορές, προκειμένου να δούμε εμείς ανάγλυφα την ηθικής τους διάσταση, αλλά διαθέτουν μια δικής τους αυτόνομη οπτική στα πράγματα, εκείνη φυσικά πους τους δίνει ο Αμπρόουζ Μπηρς. (σελ. 121-122) «Επιτρέψτε μου να σας βοηθήσω να πάτε πιο γρήγορα κύριε», είπε ένα αγόρι σε μια χελώνα που ταξίδευε, βάζοντας ένα αναμμένο κάρβουνο στην πλάτη της. «Ευχαριστώ», είπε το ανυποψίαστο ζώο. «Εγώ είμαι ο μόνος υπεύθυνος για την ώρα άφιξής μου, και μόνο εγώ θα καθορίσω τον ρυθμό ταχύτητας που απαιτείται. Με το βήμα που πηγαίνω θα μπορέσω να είμαι συνεπής σε όλα τα τρέχοντα ραντεβού μου». Εκείνη την ώρα μια γλυκιά ζεστασιά άρχισε να διαπερνά το καβούκι της και την επόμενη στιγμή ξεμάκραινε σαν βέλος, με εντυπωσιακή σβελτάδα. «Τι έγινε με τα τρέχοντα ραντεβού που έλεγες πριν;» σάρκασε τότε μειδιώντας ειρωνικά, το χαμίνι. «Μόλις θυμήθηκα ένα άλλο», ήρθε τότε βιαστική η απάντηση.»
Καυστικός και είρων, πικρός και κυνικός, αλλά με μια κομψότητα που ισορροπεί τα πράγματα στη γραφή του, ο αμερικανός δημιουργός κέρδισε μια θέση στην αιωνιότητα της λογοτεχνίας, διατηρώντας το προσωπικό του ύφος και την επαναστατική του σπιρτάδα. Ένας νους λαμπερός κι ένα πνεύμα ακόμη πιο σπινθηροβόλο που λέει με απλότητα αυτό που ακριβώς πιστεύει, χωρίς περιστροφές, είτε πρόκειται για την απληστία είτε για την αυθάδεια είτε για την ηλιθιότητα είτε για την αφέλεια είτε για τη δουλικότητα είτε για την κολακεία.
(σελ. 90-91) «Ένα σύννεφο περνούσε μπροστά από το πρόσωπο του ήλιου όταν εκείνος το επέπληξε αυστηρά. «Γιατί», του είπε, «αφού έχεις τόσο χώρο να κινηθείς, θα πρέπει να ρίχνεις τον κρύο ίσκιο σου πάνω μου;» Αφού σκέφτηκε για μια στιγμή, το σύννεφο απάντησε: «Οπωσδήποτε δεν είχα πρόθεση να σ’ ενοχλήσω. Όσο για τον ίσκιο μου, δεν νομίζεις ότι κάνεις ένα σαχλό λάθος; Όχι ένα τεράστιο ή παράλογο λάθος, αλλά ίσα ίσα ένα λάθος που θα ντρόπιαζε ακόμη κι έναν ηλίθιο». Στο σημείο αυτό ο μέγας φωτοδότης έγινε έξαλλος, κι έπεσε πάνω του τόσο καυτός που σε λίγα λεπτά δεν είχε απομείνει τίποτα από το σύννεφο.
(Είναι μεγάλη ανοησία να καυγαδίζεις μ’ ένα σύννεφο όταν τυχαίνει να είσαι ο ήλιος)»